Ανακοπή κατά πίνακα κατάταξης - υπ’ αριθμ. 687/2018 απόφαση Α1’ Τμήματος ΑΠ
Ο λόγος αναιρέσεως από το άρθρο 559 αρ. 8 ΚΠολΔ ιδρύεται όταν το δικαστήριο, παρά το νόμο, έλαβε υπόψη του πράγματα που δεν προτάθηκαν ή δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής “πράγματα” θεωρούνται οι πραγματικοί ισχυρισμοί που έχουν αυτοτελή ύπαρξη και τείνουν στη θεμελίωση, κατάλυση ή παρακώλυση ουσιαστικού ή δικονομικού δικαιώματος που ασκήθηκε είτε ως επιθετικό είτε ως αμυντικό μέσο, και άρα στηρίζουν το αίτημα αγωγής, ανταγωγής, ενστάσεως ή αντενστάσεως ή λόγο εφέσεως.
Από τις διατάξεις των άρθρων 216 παρ. 1, 585, 933, 979 ΚΠολΔ προκύπτει ότι αν ο λόγος ανακοπής κατά πίνακα κατάταξης δανειστών, που ασκεί ο μη καταταγείς δανειστής προς τον σκοπό αποβολής άλλου καταταγέντος και αντίστοιχης κατάταξης αυτού, συνίσταται σε απλή αμφισβήτηση και άρνηση της απαίτησης του καθ` ου που έχει καταταγεί ή του προνομίου της, για το ορισμένο του λόγου της ανακοπής αρκεί μόνο η άρνηση αυτή, δεδομένου ότι ο καθ’ ου η ανακοπή βαρύνεται με την επίκληση και την απόδειξη των παραγωγικών της απαίτησής του ή του προνομίου της πραγματικών γεγονότων. Αν ο καθ’ ου η ανακοπή δεν ανταποκριθεί στο βάρος αυτό, η ανακοπή γίνεται δεκτή. Τυχόν δε προβολή με την ανακοπή καταλυτικών ή αποσβεστικών της καταταγείσης απαιτήσεως γεγονότων, αποτελούν καθ’ υποφοράν απόκρουση των προβαλλομένων με τις προτάσεις του καθ’ ου η ανακοπή, θεμελιωτικών της απαιτήσεως του ισχυρισμών και δεν αποτελούν αναγκαίο περιεχόμενο του δικογράφου της ανακοπής, που επηρεάζει το ορισμένο αυτής. Στην περίπτωση της επικλήσεως από τον ανακόπτοντα καταλυτικών ή αποσβεστικών της απαιτήσεως του καθ’ ου ενστάσεων, ο ανακόπτων φέρει και το βάρος της αποδείξεως των θεμελιωτικών αυτών πραγματικών περιστατικών.
Στην κρινόμενη περίπτωση, η ανακόπτουσα και ήδη αναιρεσίβλητη αρνήθηκε αφ’ ενός μεν την αναγγελθείσα απαίτηση του καταταγέντος καθ’ ου η ανακοπή και ήδη αναιρεσείοντος κατά του καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη της, αφ’ ετέρου δε τον επικαλούμενο από τον αντίδικό της προνομιακό χαρακτήρα της. Στην προβληθείσα από την ανακόπτουσα άρνηση της αναγγελθείσας απαίτησης του καθ’ ου η ανακοπή και ήδη αναιρεσείοντος και επομένως στηρίζουσα το αίτημα της ανακοπής της, δεν περιέχεται αναγκαία και άνευ άλλου τινός και η άρνηση της ιδιότητας του καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη της, ως οφειλέτη και του ανακόπτοντος ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και ήδη ΕΦΚΑ, ώστε αυτό να βαρύνεται, εκτός από την επίκληση και την απόδειξη των παραγωγικών της απαιτήσεώς του ή του προνομίου αυτής γεγονότων και με την επίκληση και απόδειξη της ιδιότητας του καθ’ ου η εκτέλεση, ως προέδρου του ΔΣ και νομίμου εκπροσώπου της οφειλέτιδας αυτού (αναιρεσείοντος) εταιρείας και, εξ αιτίας της ιδιότητάς του αυτής, ευθυνομένου στην καταβολή της αναγγελθείσας απαιτήσεώς του (αναιρεσείοντος). Το Εφετείο όμως δέχθηκε ότι στην, προβληθείσα από την αναιρεσίβλητη με την ανακοπή, ως λόγο ανακοπής, άρνηση της αναγγελθείσας απαίτησης του καθ’ ου η ανακοπή και ήδη αναιρεσείοντος και του προνομίου της, περιέχεται και η αμφισβήτηση της ιδιότητας του καθ’ ου η κατάσχεση ως προέδρου του Δ.Σ. και νομίμου εκπροσώπου της άνω οφειλέτιδας εταιρίας, κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, που κατέστη ληξιπρόθεσμη η απαίτηση του αναιρεσείοντος και εξ αυτού του λόγου ευθυνομένου αυτού (καθ’ ου η κατάσχεση) και, ακολούθως, υπό την παραδοχή αυτή απέρριψε ως μη νόμιμο τον πρώτο λόγο έφεσης του αναιρεσείοντος, με τον οποίον αυτό υποστήριζε τα αντίθετα. Με αυτά που δέχθηκε έλαβε, λοιπόν, υπόψη “πράγμα”, που είχε ουσιώδη επίδραση στη δίκη και δεν είχε προταθεί από την ανακόπτουσα και ήδη αναιρεσίβλητη, ήτοι ότι στην ανωτέρω αμφισβήτηση της απαίτησης του αναιρεσείοντος και του προνομίου της, περιέχεται και η αμφισβήτηση της ευθύνης του καθ’ ου η εκτέλεση λόγω της ιδιότητάς του ως προέδρου του Δ.Σ. και νομίμου εκπροσώπου της άνω οφειλέτιδας εταιρίας, κατά τον χρόνο, που κατέστη ληξιπρόθεσμη η απαίτηση του αναιρεσείοντος. Επομένως, ο δεύτερος λόγος της αίτησης, με τον οποίον αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από το άρθρο 559 αρ. 8(α) του ΚΠολΔ είναι βάσιμος και συνεπώς γίνεται δεκτή η αίτηση αναίρεσης.
Επιμέλεια: Βασιλική Γεωργίου / Επιστημονική Συνεργάτης e-Θέμις
Ο λόγος αναιρέσεως από το άρθρο 559 αρ. 8 ΚΠολΔ, ιδρύεται, όταν το δικαστήριο, παρά το νόμο, έλαβε υπόψη του πράγματα, που δεν προτάθηκαν, ή δεν έλαβε υπόψη πράγματα, που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης.
Source/ Author:www.areiospagos.gr