ΟΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΕΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ
Αντώνιος Μανιάτης
Ακαδημαϊκός Υπότροφος Πανεπιστημίου Πατρών
Δικηγόρος
Εισαγωγή: Ευρωπαϊκή πρωτοπορία της Ελλάδας
Κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα στη χρήση της ενέργειας, το οποίο αποτελεί ένα θεμελιώδες δικαίωμα της τρίτης γενεάς στην ιστορία καθιέρωσης των θεμελιωδών δικαιωμάτων ενώ το ειδικότερο δικαίωμα στην ενεργειακή απόδοση αποτελεί κατ’ εξοχήν μοντέρνο δικαίωμα, της τέταρτης γενεάς[1].
Με τον πρωτοποριακό Ν. 4513/2018 «Ενεργειακές Κοινότητες και άλλες διατάξεις», η Ελλάδα έγινε το πρώτο κράτος μέλος της ΕΕ που απέκτησε ένα ολοκληρωμένο θεσμικό πλαίσιο για τις ενεργειακές κοινότητες και την εμπλοκή τους στις αγορές ενέργειας[2]. Η πρωτοπορία γίνεται εναργής δεδομένου ότι δεν είχε τεθεί οριστικά το σχετικό πλαίσιο σε επίπεδο παράγωγου ευρωπαϊκού δικαίου, όταν τέθηκαν οι κανόνες στην ελληνική έννομη τάξη. Ήδη σε εκείνη την περίοδο η εκτίμηση ήταν ότι παρά τα προβλήματα που συνίσταντο σε ατέλειες ή επικαλύψεις, το ευρωπαϊκό δίκαιο της ενέργειας, ειδικότερα η πειθαρχία του δικαίου ενεργειακής απόδοσης κτιρίων, συνιστούσε ένα βήμα προς τα εμπρός[3].
Στο πλαίσιο του «χειμερινού πακέτου» ή αλλιώς του «πακέτου καθαρή ενέργεια», προωθείτο με την πρόταση (αναδιατύπωσης) της Οδηγίας σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και με την Οδηγία σχετικά με την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ΑΠΕ, η ανάπτυξη των ενεργειακών κοινοτήτων, στις οποίες δίνεται η δυνατότητα να συμμετέχουν στην τοπική ηλεκτροπαραγωγή, διανομή, προμήθεια, αποθήκευση ή από κοινού χρήση της ενέργειας εντός ενός γεωγραφικά περιορισμένου κοινοτικού δικτύου. Στο πλαίσιο του στο μεταξύ τεθέντος σε ισχύ «χειμερινού πακέτου» της ΕΕ, οι ενεργειακές κοινότητες έχουν θεσμοποιηθεί ως «κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας» στο άρ. 22 της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 «για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (αναδιατύπωση)» και ως «τοπικές ενεργειακές κοινότητες» στο άρ. 16 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/944 «σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και την τροποποίηση της οδηγίας 2012/27/ΕΕ (αναδιατύπωση)» και έτσι τα κράτη μέλη καλούνται να διαμορφώσουν τα κατάλληλα θεσμικά πλαίσια. Κατά το άρ. 22 της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001, για την προώθηση της χρήσης από ανανεώσιμες πηγές «Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι τελικοί πελάτες, ιδίως οι οικιακοί, έχουν το δικαίωμα να συμμετέχουν σε κοινότητα ανανεώσιμης ενέργειας διατηρώντας παράλληλα τα δικαιώματα ή τις υποχρεώσεις που έχουν ως τελικοί πελάτες, και χωρίς να υπόκεινται σε όρους ή διαδικασίες που δεν αιτιολογούνται ή εισάγουν διακρίσεις, και θα απέτρεπαν τη συμμετοχή τους σε κοινότητα ανανεώσιμης ενέργειας, εφόσον, στην περίπτωση των ιδιωτικών επιχειρήσεων, η συμμετοχή τους δεν συνιστά την κύρια εμπορική ή επαγγελματική τους δραστηριότητα».
Είναι αξιοσημείωτο ότι η Ευρώπη έχει μακρόχρονη παράδοση στις συμπράξεις πολιτών και τοπικών φορέων στον τομέα της ενέργειας ως αποτέλεσμα των ενεργειακών, πολιτικών και οικονομικών κρίσεων που αντιμετώπισε τον εικοστό αιώνα[4].
Α. Ορισμός και μέλη της ενεργειακής κοινότητας
Ο Ν. 4513/2018 ορίζει ότι η ενεργειακή κοινότητα έχει τη νομική μορφή του αστικού συνεταιρισμού (δηλαδή εκούσιας ένωσης συνεργαζόμενων προσώπων με οικονομικό σκοπό) αποκλειστικού (οικονομικού) σκοπού. Ο σκοπός αυτού του μορφώματος είναι η προώθηση, στον ενεργειακό τομέα, της «Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας», η οποία ορίζεται ως το σύνολο των οικονομικών δραστηριοτήτων που στηρίζονται σε μία εναλλακτική μορφή οργάνωσης των σχέσεων παραγωγής, διανομής, κατανάλωσης και επανεπένδυσης, βασισμένη στις αρχές της δημοκρατίας, της ισότητας, της αλληλεγγύης, της συνεργασίας, καθώς και του σεβασμού στον άνθρωπο και το περιβάλλον. Ειδικότερα, έτσι ορίζεται ο θεσμός αυτός στον οικείο Ν. 4430/2016 «Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία και ανάπτυξη των φορέων της και άλλες διατάξεις», ο οποίος αντικατέστησε τις σχετικές διατάξεις του Ν. 4019/2011 «Κοινωνική Οικονομία και Κοινωνική Επιχειρηματικότητα και λοιπές διατάξεις».
Σκοποί επίσης είναι:
- Η προώθηση της καινοτομίας στον ενεργειακό τομέα,
- Η αντιμετώπιση της ενεργειακής ένδειας,
- Η προαγωγή της ενεργειακής αειφορίας,
- Η παραγωγή, αποθήκευση, ιδιοκατανάλωση, διανομή και προμήθεια ενέργειας,
- Η ενίσχυση της ενεργειακής αυτάρκειας και ασφάλειας σε νησιωτικούς δήμους και
- Η βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας στην τελική χρήση σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο.
Τα μέσα για την επίτευξη των σκοπών είναι:
-η δραστηριοποίηση στους τομείς των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ),
-η Συμπαραγωγή Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Απόδοσης (Σ.Η.Θ.Υ.Α.),
-η ορθολογική χρήση ενέργειας,
-η ενεργειακή αποδοτικότητα,
-οι «βιώσιμες» μεταφορές, όρος που θα ήταν προτιμότερο να έχει αποφευχθεί με τη χρήση του όρου «αειφόρες» μεταφορές, χάριν ομοιομορφίας με τον προαναφερθέντα σκοπό της ενεργειακής αειφορίας,
-η διαχείριση της ζήτησης και της παραγωγής, διανομής και προμήθειας ενέργειας.
Για όσα θέματα δεν ορίζονται ειδικότερα στο Ν. 4513/2018, οι ενεργειακές κοινότητες διέπονται συμπληρωματικά από τις διατάξεις του Ν. 1667/1986 «Αστικοί συνεταιρισμοί και άλλες διατάξεις», ο οποίος ρυθμίζει τους αστικούς συνεταιρισμούς που δεν αναπτύσσουν δραστηριότητες αγροτικής οικονομίας. Συνεπώς, με βάση αυτόν τον κανόνα, πρόκειται για νομικό πρόσωπο με την εμπορική ιδιότητα κατά το άρ. 1 παρ. 7 του Ν. 1667/1986, δηλαδή για εμπορική εταιρεία.
Το άρ. 2 προβλέπει ότι μέλη μίας ενεργειακής κοινότητας μπορεί να είναι φυσικά πρόσωπα (τουλάχιστον 5 σε αμιγή κοινότητα ανθρώπων), ΝΠΔΔ εκτός των ΟΤΑ α’ και β’ βαθμού ή ΝΠΙΔ, ΟΤΑ α’ βαθμού της ίδιας Περιφέρειας εντός της οποίας βρίσκεται η έδρα της ενεργειακής κοινότητας ή επιχειρήσεις αυτών, κατ’ εξαίρεση του άρ. 107 του Ν. 3852/2010 και ΟΤΑ β’ βαθμού της έδρας της ενεργειακής κοινότητας, κατ’ εξαίρεση του άρ. 107 του Ν. 3852/2010. Πρώτη περίπτωση περιφερειακής ενεργειακής κοινότητας έχει αποτελέσει η «Πελοπόννησος Ενεργειακή Κοινότητα Περιορισμένης Ευθύνης», με βασικό μέλος την Περιφέρεια Πελοποννήσου.
Τίθεται κατά δυσανάλογο τρόπο η αρχή της εντοπιότητας, σύμφωνα με την οποία τουλάχιστον το 50% συν ένα των μελών πρέπει να σχετίζονται με τον τόπο στον οποίο βρίσκεται η έδρα της ενεργειακής κοινότητας. Συγκεκριμένα, τα φυσικά πρόσωπα – μέλη πρέπει να έχουν (πλήρη ή ψιλή) κυριότητα ή επικαρπία σε ακίνητο το οποίο βρίσκεται εντός της Περιφέρειας της έδρας της ενεργειακής κοινότητας ή να είναι δημότες δήμου της Περιφέρειας αυτής, ενώ τα νομικά πρόσωπα – μέλη να έχουν την έδρα τους εντός της Περιφέρειας της έδρας της ενεργειακής κοινότητας. Η εντοπιότητα, η οποία μάλιστα στο σχετικό προσχέδιο νόμου ήταν της τάξεως του 75%, διαπνέει σε σημαντικό βαθμό τόσο τη ratio legis του νόμου όσο και σημαντικές επιμέρους ρυθμίσεις για τις ενεργειακές κοινότητες και δη αναφορικά με τη γεωγραφική οριοθέτηση της άσκησης των δραστηριοτήτων τους και της διαρρύθμισης πτυχών της οικονομικής τους λειτουργίας[5].
Στο άρ. 3 ρυθμίζονται ζητήματα των συνεταιριστικών μερίδων των μελών των κοινοτήτων, με κατ’ αρχάς ανώτατο όριο το 20% του συνεταιριστικού κεφαλαίου, ενώ κάθε μέλος συμμετέχει με μία μόνο ψήφο, μη σταθμισμένη, δηλαδή ανεξαρτήτως του αριθμού των μερίδων που κατέχει.
**Β. Σκοπός – Αντικείμενο δραστηριότητας ενεργειακής κοινότητας **
Το άρ. 4 προβλέπει κατά τρόπο περιοριστικό το αντικείμενο δραστηριότητας των ενεργειακών κοινοτήτων. Ειδικότερα, στην παρ. 1 ορίζει τις υποχρεωτικές δραστηριότητες, οι οποίες αντιδιαστέλλονται προς τις προαιρετικές – επιπρόσθετες, οι οποίες αναφέρονται στην παρ. 2.
Μία ενεργειακή κοινότητα είναι υποχρεωμένη να ασκεί τουλάχιστον μία από τις παρακάτω δραστηριότητες:
α) Παραγωγή, αποθήκευση, ιδιοκατανάλωση ή πώληση ηλεκτρικής ή θερμικής ή ψυκτικής ενέργειας από σταθμούς ΑΠΕ ή ΣΗΘΥΑ ή υβριδικούς σταθμούς εγκατεστημένους εντός της Περιφέρειας που βρίσκεται η έδρα της κοινότητας ή και εντός όμορης Περιφέρειας, για κοινότητα με έδρα εντός της Περιφέρειας Αττικής
Είναι αξιοσημείωτο ότι στην ελληνική έννομη τάξη είχαν ήδη ληφθεί νομοθετικά μέτρα, με το Ν. 3851/2010, για την προώθηση της ανάπτυξης έργων ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ από τοπικούς οργανισμούς και συνεταιριστικά σχήματα, με αποτέλεσμα οι τοπικές κοινότητες να δραστηριοποιούνταν ήδη στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ[6]. Εξάλλου, ελλείψει θεσμικού πλαισίου για την κατασκευή, ανάπτυξη, λειτουργία και διαχείριση δικτύων διανομής ηλεκτρικής ενέργειας από τρίτους (πλην του Διαχειριστή Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας Α.Ε. ο οποίος είναι θυγατρική εταιρεία της ΔΕΗ ΑΕ), καθίσταται αναγκαία η υιοθέτηση των απαραίτητων μέτρων, με τα οποία θα ρυθμίζεται η δυνατότητα μίσθωσης, κατοχής, ανάπτυξης και διαχείρισης κοινοτικών δικτύων από τις ενεργειακές κοινότητες, λαμβάνοντας υπόψη τους προτεινόμενους κανόνες του δικαίου της ΕΕ[7].
β) Διαχείριση, όπως συλλογή, μεταφορά, επεξεργασία, αποθήκευση ή διάθεση, πρώτης ύλης για την παραγωγή ηλεκτρικής ή θερμικής ή ψυκτικής ενέργειας από βιομάζα ή βιορευστά ή βιοαέριο ή μέσω ενεργειακής αξιοποίησης του βιοαποικοδομήσιμου κλάσματος αστικών αποβλήτων.
γ) Προμήθεια για τα μέλη της ενεργειακών προϊόντων, συσκευών και εγκαταστάσεων, με στόχο τη μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης και της χρήσης συμβατικών καυσίμων, καθώς και τη βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας.
δ) Προμήθεια για τα μέλη της ηλεκτροκίνητων οχημάτων, υβριδικών ή μη, και εν γένει οχημάτων που χρησιμοποιούν εναλλακτικά καύσιμα.
Πρόκειται για διάταξη η οποία ευνοεί και την επέκταση της καινοτομίας των ηλεκτρικών ποδηλάτων.
ε) Διανομή ηλεκτρικής ενέργειας εντός της Περιφέρειας που βρίσκεται η έδρα της.
Σε περίπτωση που η ίδια ενεργειακή κοινότητα δραστηριοποιείται παράλληλα στη διαχείριση δικτύων και στην παραγωγή ή / και προμήθεια ηλεκτρισμού ή φυσικού αερίου, πρέπει να τηρούνται οι κανόνες της Οδηγίας 2009/72/ΕΚ σχετικά με το διαχωρισμό των δραστηριοτήτων της παραγωγής και προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας από τη διαχείριση δικτύων[8]. Κατ’ εξαίρεση από την αρχή του αποτελεσματικού διαχωρισμού (unbundling), επιτρέπεται η άσκηση της δραστηριότητας διαχείρισης δικτύων παράλληλα με τις δραστηριότητες της παραγωγής και προμήθειας από το ίδιο νομικό πρόσωπο μόνο αν αυτό εξυπηρετεί λιγότερους από 100.000 συνδεδεμένους πελάτες ή μικρά απομονωμένα συστήματα.
στ) Προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας ή φυσικού αερίου προς τελικούς πελάτες, σύμφωνα με τα άρ. 2 του Ν. 4001/2011, εντός της Περιφέρειας που βρίσκεται η έδρα της.
Για τις ενεργειακές κοινότητες, το κεφάλαιο που απαιτείται για χορήγηση της άδειας προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας ή φυσικού αερίου είναι 60.000 ευρώ ενώ για τις εμπορικές εταιρείες το απαιτούμενο κεφάλαιο είναι δεκαπλάσιο[9]. Με αυτόν τον τρόπο δίνεται η δυνατότητα στις κοινότητες να δραστηριοποιηθούν στην προμήθεια μικρής κλίμακας σε τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο και σε μικρά αυτόνομα συστήματα, κατά την αιτιολογική έκθεση του νόμου. Επιπλέον, προβλέπεται ότι με τον Κανονισμό Αδειών ο οποίος εκδίδεται σύμφωνα με το άρ. 135 του Ν. 4001/2011, είναι δυνατό να ορίζονται ειδικοί όροι όσον αφορά τις άδειες προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας που χορηγούνται σε ενεργειακές κοινότητες.
ζ) Παραγωγή, διανομή και προμήθεια θερμικής ή ψυκτικής ενέργειας εντός της Περιφέρειας που βρίσκεται η έδρα της.
η) Διαχείριση της ζήτησης για τη μείωση της τελικής χρήσης της ηλεκτρικής ενέργειας και εκπροσώπηση παραγωγών και καταναλωτών στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.
θ) Ανάπτυξη δικτύου, διαχείριση και εκμετάλλευση υποδομών εναλλακτικών καυσίμων, σύμφωνα με το Ν. 4439/2016 ή διαχείριση μέσων βιώσιμων μεταφορών εντός της Περιφέρειας που βρίσκεται η έδρα της ενεργειακής κοινότητας.
Η απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Οικονομίας και Ανάπτυξης, Υποδομών και Μεταφορών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας, της παρ. 2 του άρ. 134 του Ν. 4001/2011, μπορεί να προβλέπει ειδικούς όρους για τις ενεργειακές κοινότητες που λειτουργούν ως φορείς εκμετάλλευσης υποδομών φόρτισης ηλεκτροκίνητων οχημάτων.
ια) Εγκατάσταση και λειτουργία μονάδων αφαλάτωσης νερού με χρήση ΑΠΕ εντός της Περιφέρειας που βρίσκεται η έδρα της ενεργειακής κοινότητας.
ιβ) Παροχή ενεργειακών υπηρεσιών σχετικά με επιλογή και εκτέλεση έργων εξοικονόμησης ενέργειας ή εφαρμογή συστημάτων ΑΠΕ/ΣΗΘΥΑ με σκοπό τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης.
Προβλέπεται η λειτουργία της κοινότητας ως «Επιχείρησης Ενεργειακών Υπηρεσιών (ΕΕΥ)», κατά παρέκκλιση του παραδοσιακού διπόλου «φυσικό πρόσωπο ή κατά λέξη εταιρεία», σύμφωνα με την ισχύουσα πλέον ΥΑ ΔΕΠΕΑ/Γ/οικ. 176381, του 2018.
Οι προαιρετικές δραστηριότητες αφορούν την προσέλκυση κεφαλαίων για επενδύσεις στις ΑΠΕ, σύνταξη μελετών αξιοποίησης των ΑΠΕ, διαχείριση ή συμμετοχή σε προγράμματα σχετικά με τους σκοπούς της ενεργειακής κοινότητας, συμβούλευση για τη διαχείριση ή συμμετοχή σε προγράμματα σαν τα παραπάνω, ενημέρωση, εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση για θέματα ενεργειακής αειφορίας καθώς και δράσεις για την υποστήριξη ευάλωτων καταναλωτών και την αντιμετώπιση της ενεργειακής ένδειας πολιτών που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, εντός της Περιφέρειας στην οποία βρίσκεται η έδρα της ενεργειακής κοινότητας.
Γ. Διαχείριση των πλεονασμάτων χρήσης ενεργειακής κοινότητας
Από τα πλεονάσματα κάθε χρήσης της ενεργειακής κοινότητας παρακρατείται τουλάχιστον 10% για το σχηματισμό του τακτικού αποθεματικού. Η παρακράτηση δεν είναι υποχρεωτική όταν το ύψος του αποθεματικού είναι τουλάχιστον ίσο με το ύψος του συνεταιριστικού κεφαλαίου.
Τίθεται ο κανόνας της απαγόρευσης διανομής των πλεονασμάτων της χρήσης στα μέλη και σύστοιχα της υποχρέωσης διατήρησης των πλεονασμάτων στην κυριότητα του νομικού προσώπου, με τη μορφή αποθεματικών, και της διαθέσεώς τους για τους σκοπούς του, με απόφαση της γενικής συνέλευσης.
Ειδικά για ενεργειακές κοινότητες στις οποίες συμμετέχουν αποκλειστικά ΟΤΑ α’ ή β’ βαθμού της Περιφέρειας στην οποία έχει την έδρα της η ενεργειακή κοινότητα, και για ενεργειακές κοινότητες που έχουν την έδρα τους σε νησιωτικό δήμο με πληθυσμό κάτω από 3.100 κατοίκους, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, εφόσον συμμετέχει στην ενεργειακή κοινότητα ΟΤΑ α’ ή β’ βαθμού της Περιφέρειας στην οποία έχει την έδρα της η ενεργειακή κοινότητα, μπορεί μέρος ή το σύνολο των πλεονασμάτων χρήσης της κοινότητας να διατίθεται για κοινωφελείς δράσεις τοπικού χαρακτήρα που σχετίζονται με την επάρκεια και τον ανεφοδιασμό πρώτων υλών, καυσίμων και νερού, μετά την παρακράτηση του τακτικού αποθεματικού.
Ο κατάλογος των εξαιρέσεων συμπληρώνεται με την άρση της απαγόρευσης της κερδοσκοπίας, η οποία διαμορφώνεται ως κανόνας – έστω υπό προϋποθέσεις – του ενδοτικού δικαίου. Ενεργειακές κοινότητες στις οποίες συμμετέχουν τουλάχιστον 15 μέλη ή 10 προκειμένου για ενεργειακές κοινότητες με έδρα σε νησιωτικό δήμο με πληθυσμό κάτω από 3.100 κατοίκους σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, και το 50% συν ένα από αυτά τα μέλη είναι φυσικά πρόσωπα, μπορούν να διανέμουν στα μέλη τους τα πλεονάσματα της χρήσης μετά την αφαίρεση του τακτικού αποθεματικού, εφόσον υπάρχει σχετική πρόβλεψη στο καταστατικό. Η προϋπόθεση της πλειοψηφικής συμμετοχής φυσικών προσώπων πρέπει να πληρούται κατά τη σύσταση της ενεργειακής κοινότητας και σε όλη τη διάρκειά της.
Είναι αξιοσημείωτο ότι στο προσχέδιο νόμου γινόταν αναφορά σε διάθεση κερδών (και όχι «πλεονασμάτων χρήσης») δεδομένου ότι η σχετική διάταξη αναφερόταν στις (κατά τη φάση του προσχεδίου του νόμου) προβλεπόμενες ενεργειακές κοινότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Η διαρρύθμιση του υπόψη θέματος ήταν ουσιωδώς διαφορετική με πρόβλεψη (ως κανόνα) της διανομής των κερδών, υπό την προϋπόθεση του σχετικώς προβλεπόμενου αποθεματικού[10]. Με άλλα λόγια, το προσχέδιο ήταν προσανατολισμένο στο Ν. 1667/1986, που προβλέπει στο (μη εφαρμοζόμενο για τις ενεργειακές κοινότητες κατά το άρ. 1 παρ. 3 στοιχείο γ του Ν. 4513/2018) άρ. 9 παρ. 4 ότι τα καθαρά κέρδη του αστικού συνεταιρισμού διατίθενται για το σχηματισμό τακτικού, έκτακτου ή ειδικών αποθεματικών και για διανομή στους συνεταίρους. Αντιστράφηκε λοιπόν ο κανόνας του επιτρεπτού της κερδοσκοπίας, ο οποίος ισχύει στους γενικούς αστικούς συνεταιρισμούς αλλά όχι (κατ’ αρχάς) στις ενεργειακές κοινότητες[11].
Δ. Σύσταση και λύση ενεργειακής κοινότητας και συνεταιριστικό κίνημα
Το καταστατικό της ενεργειακής κοινότητας καταρτίζεται με ιδιωτικό έγγραφο που χρονολογείται και υπογράφεται από τα μέλη και περιέχει ένα ελάχιστο νομοθετικά προβλεπόμενο περιεχόμενο. Μεταξύ των υποχρεωτικών στοιχείων συγκαταλέγεται η επωνυμία, η οποία περιλαμβάνει τον όρο «Ενεργειακή Κοινότητα» ή τη συντομογραφία «Ε. Κοιν.» και ένδειξη της έκτασης της ευθύνης των μελών της, δηλαδή αν πρόκειται για περιορισμένη ή απεριόριστη ευθύνη ενός μέλους. Ονόματα φυσικών προσώπων ή επωνυμίες νομικών προσώπων δεν περιλαμβάνονται στην επωνυμία της ενεργειακής κοινότητας.
Εξάλλου, για τη σύσταση της ενεργειακής κοινότητας κατ’ αρχάς τηρείται η διαδικασία ίδρυσης αστικού συνεταιρισμού. Επομένως πρέπει να προσκομιστεί το καταστατικό, αλλά και τα επιπρόσθετα δικαιολογητικά που προβλέπει το άρ. 7 του Ν. 4513/2018, στο αρμόδιο Ειρηνοδικείο. Ο ειρηνοδίκης με πράξη του κατά περίπτωση διατάσσει ή αρνείται την καταχώριση του καταστατικού σε δεκαήμερη προθεσμία από την κατάθεσή του στο μητρώο συνεταιρισμών του Ειρηνοδικείου. Η νομική προσωπικότητα αποκτάται με την καταχώριση του καταστατικού στο Μητρώο Ενεργειακών Κοινοτήτων, το οποίο συνιστάται με το άρ. 8 του ίδιου νόμου, του (ενιαίου) Γενικού Εμπορικού Μητρώου (Γ.Ε.ΜΗ). του Ν. 3419/2015. Πλέον ισχύει το Γ.Ε.ΜΗ. του άρ. 85 του επενδυτικού Ν. 4635/2019 «Επενδύω στην Ελλάδα και άλλες διατάξεις». Δεν πρόκειται απλώς για το εθνικό μητρώο εμπορικής δραστηριότητας αλλά και για το ελληνικό ηλεκτρονικό εθνικό δελτίο δημοσιότητας κατά την έννοια των παρ. 1 και 5 του άρ. 16 της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132 «σχετικά με ορισμένες πτυχές του εταιρικού δικαίου».
Διευκρινίζεται ότι δεν απαιτείται καταχώριση στο μητρώο συνεταιρισμών του Ειρηνοδικείου της παρ. 3 του άρ. 1 του Ν. 1667/1986, ούτε οι κοινοποιήσεις αντιγράφου του καταστατικού, με την ημερομηνία καταχώρισης και τον αριθμό μητρώου, του τελευταίου εδαφίου της παρ. 6 του ίδιου άρθρου. Πρόκειται για προβληματική νομοτεχνικά διατύπωση λόγω ασάφειας, καθώς δεν αποσαφηνίζεται αν τελικά ο Ειρηνοδίκης πρέπει να διατάξει την καταχώριση στο μητρώο σε περίπτωση που το κρίνει νόμιμο.
Η ενεργειακή κοινότητα λύεται:
α) αν ελαττωθεί ο απαιτούμενος αριθμός μελών ή αν παύσουν να πληρούνται οι προϋποθέσεις της εντοπιότητας ή οι σχετικές με την πλειοψηφική συμμετοχή φυσικών προσώπων για τη διάθεση του πλεονάσματος χρήσης και δεν αντικατασταθούν ή συμπληρωθούν τα μέλη εντός τριμήνου,
β) όταν λήξει η χρονική της διάρκεια,
γ) με απόφαση της γενικής συνέλευσης (αυτοδιάλυση),
δ) όταν κηρυχθεί σε πτώχευση.
Της λύσεως έπεται η εκκαθάριση ή η διαδικασία του Πτωχευτικού Κώδικα.
Αν κατά την εκκαθάριση δεν καταστεί δυνατή η μεταβίβαση αδειών ή σταθμού παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ ή υβριδικού σταθμού της ενεργειακής κοινότητας, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρ. 12 του ίδιου νόμου (η οποία επιτρέπει τη μεταβίβαση μόνο σε ορισμένες άλλες ενεργειακές κοινότητες), παύουν να ισχύουν αυτοδικαίως η άδεια παραγωγής, η Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ), η Προσφορά Όρων Σύνδεσης, η Άδεια Εγκατάστασης και γενικά όλες οι άδειες και εγκρίσεις που έχουν χορηγηθεί για τον εν λόγω σταθμό.
Ωστόσο, ο κανόνας αυτός δεν εφαρμόζεται σε σταθμούς που έχουν τεθεί σε δοκιμαστική ή κανονική λειτουργία κατά το χρόνο λύσης της ενεργειακής κοινότητας. Οι σταθμοί αυτοί επιτρέπεται να μεταβιβαστούν σε οποιονδήποτε τρίτο. Ο νέος κάτοχος που αποκτά το σταθμό κατά παρέκκλιση της παρ. 2 του άρ. 12, δεν λαμβάνει Λειτουργική Ενίσχυση αλλά αποζημιώνεται:
α) μόνο στο πλαίσιο της συμμετοχής του σταθμού στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας κατά τα οριζόμενα στην παρ. 19 του άρ. 3 του Ν. 4414/2016 για σταθμό εγκατεστημένο στο Διασυνδεδεμένο Σύστημα ή
β) κατά τα οριζόμενα στην παρ. 10 του άρ. 8 του Ν. 4414/2016 για σταθμό εγκατεστημένο σε Μη Διασυνδεδεμένο Νησί.
Κατά μία άποψη, για την αποφυγή καταστρατήγησης του ευνοϊκού αδειοδοτικού πλαισίου που παρέχεται για την ανάπτυξη έργων ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ από τις ενεργειακές κοινότητες, θα ήταν σκόπιμο να οριζόταν ελάχιστος χρόνος λειτουργίας των σταθμών, πριν να είναι δυνατή η μεταβίβαση αυτών σε οποιονδήποτε τρίτο[12]. Τέλος, επιπλέον των δυνατοτήτων μετατροπής του άρ. 16 του Ν. 1667/1986, προβλέπεται η δυνατότητα μετατροπής συνεταιρισμού, κάθε τύπου, σε ενεργειακή κοινότητα, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 4513/2018, κάτι το οποίο δυνητικά μπορεί να έχει μεγάλη νομική και πρακτική σημασία, ιδίως σε συσχέτιση με τους συνεταιρισμούς του προαναφερθέντος Ν. 4430/2016 για την κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία[13].
Εξάλλου, για τη σύσταση μίας ένωσης ενεργειακών κοινοτήτων, απαιτείται να συμπράξουν τουλάχιστον 5 κοινότητες με στόχο το συντονισμό και την προώθηση των δραστηριοτήτων τους, οι οποίες θα πρέπει να έχουν την έδρα τους εντός της ίδιας Περιφέρειας. Οι ενώσεις ενεργειακών συνεταιρισμών όλης της ελληνικής επικράτειας έχουν το δικαίωμα να συστήσουν την Ομοσπονδία των Ενεργειακών Συνεταιρισμών της Ελλάδας, για το συντονισμό και τη γενικότερη εκπροσώπηση του ενεργειακού συνεταιριστικού κινήματος της χώρας. Στη γενική συνέλευση αυτού του τριτοβάθμιου φορέα, συμμετέχουν όλες οι δευτεροβάθμιες οργανώσεις (ενώσεις), η καθεμία με δύο αιρετούς από τη γενική της συνέλευση. Κατά τα λοιπά, προβλέπεται αναλογική εφαρμογή των διατάξεων του άρ. 12 του Ν. 1667/1986.
Ε. Οικονομικά κίνητρα και μέτρα στήριξης των ενεργειακών κοινοτήτων
Με το άρ. 11 του Ν. 4513/2018 προβλέπονται ποικίλα, ιδίως οικονομικά, κίνητρα και μέτρα στήριξης των ενεργειακών κοινοτήτων αλλά και τρίτων. Κατ’ αρχάς, οι κοινότητες μπορούν να εντάσσονται στον αναπτυξιακό Ν. 4399/2016, ο οποίος πρωτοπορεί κάνοντας ρητή αναφορά στην ανάγκη ανάσχεσης του ρεύματος φυγής νέων επιστημόνων στο εξωτερικό (φαινόμενο γνωστό ως «brain drain»). Χωρεί σε αυτήν την περίπτωση η αναλογική εφαρμογή των διατάξεων του νόμου αυτού για τις Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις (Κοιν. Σ. Επ.) του Ν. 4430/2016. Επιπλέον, χορηγείται και το δικαίωμα ένταξης σε άλλα προγράμματα χρηματοδοτούμενα από εθνικούς πόρους ή πόρους της ΕΕ σχετικά με τους σκοπούς των κοινοτήτων.
Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας μπορεί να καθορίζονται ειδικές προϋποθέσεις και όροι προνομιακής συμμετοχής ή εξαίρεσης από τις ανταγωνιστικές διαδικασίες υποβολής προσφορών για σταθμούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ που πρόκειται να λειτουργήσουν από κοινότητες, για την ένταξη σε καθεστώς λειτουργικής ενίσχυσης. Σύμφωνα με το άρ. 7 του Ν. 4414/2016, από την 1η Ιανουαρίου 2017 τέθηκε σε ισχύ καθεστώς στήριξης με τη μορφή λειτουργικής ενίσχυσης για τους σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ μέσω ανταγωνιστικής διαδικασίας υποβολής προσφορών[14]. Στη σχετική υπουργική απόφαση του 2017 αρχικά δεν περιλαμβανόταν ειδική πρόνοια για τις ενεργειακές κοινότητες αλλά δυνάμει τροποποιήσεως με νεότερη υπουργική απόφαση του 2018 προβλέπεται πλέον ότι θα διεξάγονται ανταγωνιστικές διαδικασίες υποβολής προσφορών ειδικές για αιολικούς σταθμούς που ανήκουν σε ενεργειακές κοινότητες, μέγιστης ισχύος παραγωγής μεγαλύτερης των 6 MW και μικρότερης ή ίσης των 50 MW (ενώ για τους λοιπούς αιολικούς σταθμούς το όριο είναι μέγιστη ισχύς παραγωγής μεγαλύτερη των 3MW και μικρότερη ή ίση των 50 MW). Εξάλλου, με νεότερη απόφαση του ίδιου έτους προστέθηκε και μία νέα κατηγορία για διεξαγωγή ανταγωνιστικών διαδικασιών, η οποία αφορά «αιολικούς σταθμούς εγκατεστημένης ισχύος μικρότερης ή ίσης των 60 **kw (θα συμμετέχουν και οι σταθμοί που ανήκουν σε Ενεργειακές Κοινότητες».
Το άρ. 11 του Ν. 4513/2018 προβλέπει επίσης ότι με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας μπορεί να καθορίζονται ειδικοί όροι, όπως προνομιακές χρεώσεις, μεγαλύτερη διάρκεια χρήσης, για χρήση των υπηρεσιών του Φορέα Σωρευτικής Εκπροσώπησης Τελευταίου Καταφυγίου (Φο.Σ.Ε.Τε.Κ.) του άρ. 5 του Ν. 4414/2016 από σταθμούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ, τους οποίους κατέχουν ενεργειακές κοινότητες. Στην υπουργική απόφαση για τον ορισμό του Φο.Σ.Ε.Τε.Κ,, για την εκπροσώπηση των κατόχων των σταθμών ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ στο Σύστημα Συναλλαγών Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού και στο Σύστημα Συναλλαγών Διαχειριστή Συστήματος, εκτιμήθηκε από τη θεωρία ως σκόπιμο να ληφθούν υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των ενεργειακών κοινοτήτων, έτσι ώστε να καταστεί ανταγωνιστική η συμμετοχή τους στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας[15].
ΟΚανονισμός Αδειών Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας με χρήση ΑΠΕ και μέσω ΣΗΘΥΑ της παρ. 3 του άρ. 5 του Ν. 3468/2006 μπορεί να προβλέπει ειδικούς όρους για σταθμούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ και Υβριδικούς Σταθμούς που αδειοδοτούνται από ενεργειακές κοινότητες, όπως ειδικά κριτήρια αξιολόγησης σε σχέση με τους σταθμούς που δεν αναπτύσσονται από ενεργειακές κοινότητες[16].
Το άρ. 11 ορίζει επίσης ότι οι ενεργειακές κοινότητες απαλλάσσονται από την υποχρέωση καταβολής του ετήσιου τέλους διατήρησης δικαιώματος κατοχής άδειας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, το οποίο ισχύει για σταθμούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ και υβριδικούς σταθμούς κατά το ν. 4152/2013. Το τέλος αυτό καταβάλλεται από κατόχους αδειών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας μετά την πάροδο συγκεκριμένου διαστήματος από τη χορήγηση της άδειας και μέχρι την αποδοχή της οριστικής προσφοράς σύνδεσης και την υποβολή εγγυητικής επιστολής προς τον αρμόδιο διαχειριστή. Επιπροσθέτως, το άρ. 11 καθιερώνει και ελάττωση κατά 50% του ύψους της εγγυητικής επιστολής.
Επιπλέον, οι αιτήσεις που υποβάλλονται από ενεργειακές κοινότητες για χορήγηση άδειας παραγωγής στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) για σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ και Υβριδικούς Σταθμούς εξετάζονται κατά προτεραιότητα έναντι των υπόλοιπων αιτήσεων, κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη, εφόσον παρουσιάζουν εδαφική επικάλυψη και έχουν υποβληθεί εντός του ίδιου κύκλου υποβολής αιτήσεων (δηλαδή από την πρώτη έως και τη δέκατη ημέρα του πρώτου μήνα κάθε διμήνου). Επίσης, προτεραιότητα δίνεται και στην εξέταση των αιτήσεων για χορήγηση προσφορών σύνδεσης από τους αρμόδιους διαχειριστές καθώς και στην εξέταση των αιτήσεων για την έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Επισημαίνεται ότι η παροχή προτεραιότητας σε αιτήματα που σχετίζονται με τη χορήγηση αδειών παραγωγής και τη χορήγηση προσφορών / όρων για έργα ΑΠΕ που πρόκειται να λειτουργήσουν οι ενεργειακές κοινότητες, μπορεί να ενταχθεί σε μία ευρύτερη προβληματική παροχής προτεραιότητας (με διάταξη τυπικού νόμου, όπως ήδη ο Ν. 3894/2010) της εξέτασης ανάλογων αιτημάτων και δη αιτημάτων για τη χορήγηση προσφοράς σύνδεσης για ορισμένες κατηγορίες έργων ΑΠΕ, η οποία δεν συναντάται για πρώτη φορά[17].
Εξάλλου, κατά το άρ. 8Β του Ν. 3468/2006, το οποίο προστέθηκε με το άρ. 44 του Ν. 4643/2019 «Απελευθέρωση αγοράς ενέργειας, εκσυγχρονισμός της ΔΕΗ, ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ και στήριξη των Α.Π.Ε. και λοιπές διατάξεις», η προτεραιότητα στη χορήγηση οριστικών Προσφορών Σύνδεσης για σταθμούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ από το Διαχειριστή του Δικτύου ισχύει κατά παρέκκλιση κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων του άρ. 11 του Ν. 4513/2018.
Με το άρ. 11 παρέχεται νομοθετική εξουσιοδότηση στηΡΑΕ, ύστερα από εισήγηση των λειτουργών της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και των αρμόδιων διαχειριστών, με κανονιστική της απόφαση να ορίζει μειωμένα ποσά εγγυήσεων για την εγγραφή των ενεργειακών κοινοτήτων στα μητρώα συμμετεχόντων στο πλαίσιο των συμβάσεων Συναλλαγών Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού (Η.ΕΠ.) και διαχείρισης των ηλεκτρικών δικτύων, λαμβάνοντας υπόψη κριτήρια, όπως ο πληθυσμός ή η ζήτηση της ηλεκτρικής ενέργειας στην Περιφέρεια της έδρας της ενεργειακής κοινότητας.
Τέλος, είναι αξιοσημείωτο ότι έχει προστεθεί με το όγδοο άρθρο του Ν. 4618/2019 μία νέα διάταξη, η παρ. 13, στο άρ. 11. Με τη νομοθετική αυτή πρωτοβουλία ορίστηκε ότι η ιδιότητα του μέλους ενεργειακής κοινότητας δεν καθιστά υποχρεωτική την ασφάλιση στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ). Η απαλλαγή αυτή κρίθηκε σκόπιμη δεδομένου ότι οι ενεργειακές κοινότητες διαφοροποιούνται από τα συνήθη εταιρικά σχήματα τα οποία έχουν ως κύρια επιδίωξή τους το επιχειρηματικό κέρδος, αποτελούν δηλαδή ιδιαίτερη εταιρική μορφή. Συνεπώς, προς κάλυψη του προκύψαντος κενού δικαίου, θεσπίστηκε ρητά η απαλλαγή των μελών από την υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση, προκειμένου να ενδυναμωθεί ο νέος αυτός θεσμός και να προωθηθεί διαμέσου αυτού η μετάβαση της χώρας στην πράσινη ενέργεια, και δη με την ενεργό συμμετοχή των πολιτών και τοπικών επιχειρήσεων και αρχών.
ΣΤ. Εικονικός ενεργειακός συμψηφισμός
Για την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας, προβλέπεται η υπαγωγή των ενεργειακών κοινοτήτων στο πλαίσιο διενέργειας του εικονικού ενεργειακού συμψηφισμού. Ειδικότερα, στο άρ. 12 του Ν. 4513/2018 τροποποιείται ο ορισμός του εικονικού ενεργειακού συμψηφισμού της παρ. 13 του άρ. 2 του Ν. 3468/2006, όπως προστέθηκε με την παρ. 2 του άρ. 13 του Ν. 4414/2016. Αυτό γίνεται με την πρόσθεση πρόβλεψης για την εφαρμογή εικονικού ενεργειακού συμψηφισμού μεταξύ της παραχθείσας από το σταθμό ΑΠΕ ή ΣΗΘΥΑ ή υβριδικό σταθμό που ανήκει στην ενεργειακή κοινότητα ηλεκτρικής ενέργειας και της συνολικής καταναλισκόμενης ενέργειας σε εγκαταστάσεις μελών της ενεργειακής κοινότητας καθώς και σε εγκαταστάσεις ευάλωτων καταναλωτών ή πολιτών που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας εντός της Περιφέρειας στην οποία βρίσκεται η έδρα της ενεργειακής κοινότητας.
Η διάταξη αυτή έχει επικριθεί εφόσον η επιφύλαξη της διενέργειας του συμψηφισμού μόνο σε καταναλωτές εντός της οικείας Περιφέρειας ενδέχεται να συνιστά διακριτική μεταχείριση των πολιτών που ζουν κάτω από τις ίδιες συνθήκες, ειδικά στην περίπτωση που δεν δραστηριοποιούνται ενεργειακές κοινότητες σε κάθε Περιφέρεια της χώρας[18].
Επιτρέπεται η εγκατάσταση σταθμών ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ και Υβριδικών Σταθμών από ενεργειακές κοινότητες για την κάλυψη ενεργειακών αναγκών των μελών τους και ευάλωτων καταναλωτών ή πολιτών που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας εντός της Περιφέρειας στην οποία βρίσκεται η έδρα της ενεργειακής κοινότητας, με εφαρμογή του εικονικού ενεργειακού συμψηφισμού, όπως αυτός ορίζεται στην παρ. 13 του άρ. 2 του Ν. 3468/2006. Πλεόνασμα ενέργειας που προκύπτει από το συμψηφισμό, μετά τη διενέργεια της τελικής εκκαθάρισης στο τέλος της χρονικής περιόδου συμψηφισμού, διοχετεύεται στο δίκτυο χωρίς υποχρέωση για οποιαδήποτε αποζημίωση στην ενεργειακή κοινότητα.
Για τη διευκόλυνση εφαρμογής του μέτρου του εικονικού ενεργειακού συμψηφισμού από τις ενεργειακές κοινότητες, προβλέπεται η έκδοση απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ύστερα από γνώμη της ΡΑΕ, με την οποία ορίζονται ο τρόπος με τον οποίο γίνεται ο εικονικός ενεργειακός συμψηφισμός των ενεργειακών κοινοτήτων και ειδικότερα οι προϋποθέσεις, οι περιορισμοί, οι χρεώσεις, το χρονικό διάστημα εντός του οποίου θα υπολογίζεται ο συμψηφισμός, ο τύπος, το περιεχόμενο και η διαδικασία κατάρτισης των συμβάσεων συμψηφισμού, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
Με την απόφαση αυτή μπορεί να διαφοροποιείται ο τρόπος συμψηφισμού βάσει του μεγέθους των σταθμών, του επιπέδου τάσης σύνδεσης και των ειδικότερων χα- ρακτηριστικών των τιμολογίων κατανάλωσης. Με την ίδια απόφαση, με μέγιστο όριο το 1 MW για τους σταθμούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ, ορίζονται τα ανώτατα όρια εγκατεστημένης ισχύος, διαφοροποιημένα ανά ηλεκτρικό σύστημα διασυνδεδεμένο ή αυτόνομο, για τους προαναφερθέντες σταθμούς, και η μοναδιαία τιμή με την οποία υπολογίζεται η αποζημίωση για το πλεόνασμα της ενέργειας, η οποία καταβάλλεται από τους προμηθευτές υπέρ του Ειδικού Λογαριασμού του άρ. 143 του Ν. 4001/2011. Οι σταθμοί αυτοί εξαιρούνται από την υποχρέωση λήψης άδειας παραγωγής.
Επίλογος: Αποτίμηση του θεσμού των ενεργειακών κοινοτήτων
Η θέσπιση ενός ιδιάζοντος και άλλωστε αρκετά πρωτότυπου θεσμού, όπως είναι ο αστικός συνεταιρισμός των ενεργειακών κοινοτήτων, συντείνει στην ανάπτυξη και στον εκδημοκρατισμό του ενεργειακού τομέα, αν και οι ρόλοι που επιτρέπεται αυτές να διαδραματίσουν είναι σε ορισμένες περιπτώσεις δυσχερώς συμβιβάσιμοι[19].
Κατά τη θεωρία, απαιτείται η περαιτέρω θέσπιση σχετικών κανόνων, οι οποίοι να έχουν ως περιεχόμενο τη μεταρρύθμιση ή /και εξειδίκευση του εισαχθέντος θεσμικού πλαισίου, με προτεραιότητες την απλούστευση της αδειοδοτικής διαδικασίας, την ανάπτυξη και διαχείριση των κοινοτικών δικτύων διανομής, την προσαρμογή των κανόνων σχετικά με την παραγωγή και προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου σε τελικούς καταναλωτές και τη διενέργεια ενεργειακού συμψηφισμού προς όφελος των ευάλωτων καταναλωτών[20].
Σε κάθε περίπτωση, το ενδιαφέρον της Πολιτείας για το νέο θεσμό συνεχίζεται σε σημαντικό βαθμό, όπως προέκυπτε μεταξύ άλλων ήδη από το γεγονός ότι στο εθνικό σχέδιο αύξησης του αριθμού των κτιρίων με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας συμπεριλαμβάνεται και το μέτρο των χρηματοδοτικών προγραμμάτων ενεργειακής αναβάθμισης κτιρίων σε Κτίρια με Σχεδόν Μηδενική Κατανάλωση Ενέργειας (ΚΣΜΚΕ), σε ενεργειακές κοινότητες, με την αξιοποίηση των ΕΕΥ. Άλλωστε, ο θεσμός αυτός ενεργοποιήθηκε σχεδόν αμέσως, με αποτέλεσμα να λειτουργούν ενεργειακές κοινότητες σε διάφορες γεωγραφικές περιοχές.
Βιβλιογραφία:
[1] A. Maniatis, A Constitutional Approach to the Rights to Water and Energy, Law and Political Sciences Vol: 12, 2018, p. 1471.
[2] Α. Νέλλας, Οι ενεργειακές κοινότητες του Ν. 4513/2018: εγειρόμενα ζητήματα εφαρμογής και προκλήσεις, Ενέργεια και Δίκαιο, τεύχος 26/2017, σ. 44.
[3] A. Maniatis, L’intégration européenne sur la performance énergétique des bâtiments, HREL 2016, p. 275.
[4] Τ. Κουτσοπούλου, Οι ενεργειακές κοινότητες στην Ελλάδα: νομικό πλαίσιο και προοπτική ανάπτυξης, Ενέργεια και Δίκαιο, τεύχος 26/2017, σ. 73.
[5] Α. Νέλλας, Οι ενεργειακές κοινότητες του Ν. 4513/2018: εγειρόμενα ζητήματα εφαρμογής και προκλήσεις, Ενέργεια και Δίκαιο, τεύχος 26/2017, σ. 46.
[6] Τ. Κουτσοπούλου, Οι ενεργειακές κοινότητες στην Ελλάδα: νομικό πλαίσιο και προοπτική ανάπτυξης, Ενέργεια και Δίκαιο, τεύχος 26/2017, σσ. 74, 77.
[7] Τ. Κουτσοπούλου, Οι ενεργειακές κοινότητες στην Ελλάδα: νομικό πλαίσιο και προοπτική ανάπτυξης, Ενέργεια και Δίκαιο, τεύχος 26/2017, σ. 81.
[8] Τ. Κουτσοπούλου, Οι ενεργειακές κοινότητες στην Ελλάδα: νομικό πλαίσιο και προοπτική ανάπτυξης, Ενέργεια και Δίκαιο, τεύχος 26/2017, σ. 79.
[9] Τ. Κουτσοπούλου, Οι ενεργειακές κοινότητες στην Ελλάδα: νομικό πλαίσιο και προοπτική ανάπτυξης, Ενέργεια και Δίκαιο, τεύχος 26/2017, σ. 81.
[10] Α. Νέλλας, Οι ενεργειακές κοινότητες του Ν. 4513/2018: εγειρόμενα ζητήματα εφαρμογής και προκλήσεις, Ενέργεια και Δίκαιο, τεύχος 26/2017, σ. 47.
[11] Contra Α. Νέλλας, Οι ενεργειακές κοινότητες του Ν. 4513/2018: εγειρόμενα ζητήματα εφαρμογής και προκλήσεις, Ενέργεια και Δίκαιο, τεύχος 26/2017, σ. 48.
[12] Τ. Κουτσοπούλου, Οι ενεργειακές κοινότητες στην Ελλάδα: νομικό πλαίσιο και προοπτική ανάπτυξης, Ενέργεια και Δίκαιο, τεύχος 26/2017, σ. 77.
[13] Α. Νέλλας, Οι ενεργειακές κοινότητες του Ν. 4513/2018: εγειρόμενα ζητήματα εφαρμογής και προκλήσεις, Ενέργεια και Δίκαιο, τεύχος 26/2017, σ. 50.
[14] Τ. Κουτσοπούλου, Οι ενεργειακές κοινότητες στην Ελλάδα: νομικό πλαίσιο και προοπτική ανάπτυξης, Ενέργεια και Δίκαιο, τεύχος 26/2017, σ. 78.
[15] Τ. Κουτσοπούλου, Οι ενεργειακές κοινότητες στην Ελλάδα: νομικό πλαίσιο και προοπτική ανάπτυξης, Ενέργεια και Δίκαιο, τεύχος 26/2017, σ. 78, σχετ. η υπ’ αριθμ. 8/2018 Γνώμη της ΡΑΕ σχετικά με τον ορισμό του Φορέα Σωρευτικής Εκπροσώπησης Τελευταίου Καταφυγίου (Φο.Σ.Ε.Τε.Κ.).
[16] Τ. Κουτσοπούλου, Οι ενεργειακές κοινότητες στην Ελλάδα: νομικό πλαίσιο και προοπτική ανάπτυξης, Ενέργεια και Δίκαιο, τεύχος 26/2017, σ. 78, σχετ. η υπ’ αριθιμ. 8/2018 Γνώμη της ΡΑΕ σχετικά με τον ορισμό του Φορέα Σωρευτικής Εκπροσώπησης Τελευταίου Καταφυγίου (Φο.Σ.Ε.Τε.Κ.).
[17] Βλ. Α. Νέλλας, Οι ενεργειακές κοινότητες του Ν. 4513/2018: εγειρόμενα ζητήματα εφαρμογής και προκλήσεις, Ενέργεια και Δίκαιο, τεύχος 26/2017, σ. 58.
[18] Τ. Κουτσοπούλου, Οι ενεργειακές κοινότητες στην Ελλάδα: νομικό πλαίσιο και προοπτική ανάπτυξης, Ενέργεια και Δίκαιο, τεύχος 26/2017, σ. 82.
[19] Πρβλ. Α. Νέλλας, Οι ενεργειακές κοινότητες του Ν. 4513/2018: εγειρόμενα ζητήματα εφαρμογής και προκλήσεις, Ενέργεια και Δίκαιο, τεύχος 26/2017, σ. 59.
[20] Τ. Κουτσοπούλου, Οι ενεργειακές κοινότητες στην Ελλάδα: νομικό πλαίσιο και προοπτική ανάπτυξης, Ενέργεια και Δίκαιο, τεύχος 26/2017, σ. 83.
Αντώνης Μανιάτης
Source/ Author:ethemis.gr