Η ανάγκη επιτάχυνσης των νομοθετικών πρωτοβουλιών για την αξιοποίηση των ψηφιακών μέσων στο εταιρικό δίκαιο
Το τέλος της πανδημίας που μαστίζει την συντριπτική πλειοψηφία του πλανήτη μας, όποτε κι αν αυτό σημάνει, θα επιταχύνει πρωτοβουλίες και εξελίξεις σε σημαντικές δομές της κοινωνίας και της οικονομίας. Θα πρόκειται για επιτάχυνση και όχι γέννηση, καθώς σε διάφορους σημαντικούς τομείς, όπως αυτός της τεχνολογίας, σχετικές πρωτοβουλίες συναντώνται αρκετά χρόνια πριν. Πλέον όμως η ταχύτητα εξάπλωσής της σε ποικίλους τομείς θα εξαναγκάσει κράτη, επιχειρήσεις και στο τέλος και εμάς τους ίδιους να ακολουθήσουμε αυτούς τους ρυθμούς.
Ένας από τους τομείς αυτούς είναι και ο δικαιϊκός. Ο νομοθέτης, σε ευρωπαϊκό και ακολούθως σε ελληνικό επίπεδο θα κληθεί για άλλη μία φορά αφενός να ρυθμίσει και αφετέρου να προσαρμοστεί στις τεχνολογικές εξελίξεις. Ειδικότερα, στο εταιρικό δίκαιο, για το οποίο εν προκειμένω γράφεται το παρόν, ο νομοθέτης θα κληθεί αντιμέτωπος με προκλήσεις και έννοιες που σε παρελθόντα έτη φάνταζαν αδύνατες προς υλοποίηση. Διαβάζουμε στην ηλεκτρονική έκδοση των “Financial Times” της 16ης Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους, ότι ο πρώτος παράγοντας που θα καθορίσει την ζωή μας μετά την πανδημία και θα καθορίσει τις εξελίξεις της περιόδου 2025 και έπειτα, θα είναι η τεχνολογία. Και μάλιστα όχι γενικά και αόριστα αλλά σε απτούς τομείς της καθημερινότητάς μας όπως η εργασία μας. Την ίδια ώρα που στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού “Harvard Business Review” για το έτος 2020, περιγράφονται οι προϋποθέσεις για το μελλοντικό μοντέλο εξ αποστάσεως εργασίας, κατ’ ουσίαν για την δυνατότητα της πλήρους διαφοροποίησης τόπου κατοικίας – εργασίας (“our work from anywhere future”).
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω εξελίξεων ο νομοθέτης οφείλει να επιταχύνει τις ήδη δρομολογημένες διαδικασίες προς την πλήρη ψηφιοποίηση του εταιρικού δικαίου. Η μετάβαση από τις paper based διαδικασίες σε ένα ψηφιακό περιβάλλον αναλύθηκε επισταμένως στην μελέτη “Everis” όπως διατυπώθηκε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ήδη από το 2017 με τίτλο “Study on Digitalisation of company Law”. Αφετηριακή σκέψη – πρόκληση που διατυπώνεται είναι η δυνατότητα πλήρους ηλεκτρονικής καταχώρισης της σύστασης κάθε είδους εταιρικής μορφής χωρίς την αυτοπρόσωπη παρουσίαση των ιδρυτών. Η ηλεκτρονική αυτή καταχώριση αφορά διάφορα στάδια του κύκλου ζωής μιας επιχείρησης και δεν εστιάζει μόνο στην ίδρυση. Για τον λόγο αυτό πέραν της ίδρυσης, αναλύονται οι θετικές επιπτώσεις της ηλεκτρονικής καταχώρισης των στοιχείων για το κύρος των οποίων απαιτείται δημοσίοτητα, όπως οι ενημερώσεις περί αυξήσεων του Μετοχικού Κεφαλαίου, αποφάσεις περί εξόδου εταίρου από την εταιρία ή την εθελούσια λύση αυτής. Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά το ιδρυτικό στάδιο, η χώρα μας έχει επιδείξει σχετική πρόοδο, γεγονός που αποπνέει αισιοδοξία. Ένα απλό παράδειγμα αποτελεί ο έλεγχος διαθεσιμότητας της εταιρικής επωνυμίας ο οποίος διενεργείται αυτομάτως (ηλεκτρονικά), απορρίπτωντας ή όχι την προτεινόμενη επωνυμία.
Στο πνεύμα των προτάσεων αυτών, η Ε.Ε. ακολουθώντας τις σύγχρονες επιταγές εξέδοσε την Οδηγία 2019/1151 στην οποία γίνεται ιδιαίτερη μνεία στην εξ ολοκλήρου ηλεκτρονική καταχώριση κεφαλαιουχικών εταιριών, καλώντας τα κράτη – μέλη να εντάξουν στο εσωτερικό τους δίκαιο αντίστοιχες προβλέψεις. Στο μεγάλο ερώτημα του σε ποιό βαθμό μπορεί να διαφυλαχθεί η νομιμότητα αυτών των διαδικασιών, προβλέφθηκε η υποχρέωση των χωρών για λήψη μέτρων που θα εξασφαλίσουν πλήρη διαφάνεια καθώς και την χρήση υφιστάμενων μέσων ταυτοποίησης όπως αυτά προβλέπονται στον κανονισμό e-IDAS. Πρωτοβουλίες με σκοπό την διαφύλαξη της νομιμότητας αφορούν την επαλήθευση της ταυτότητας των φυσικών προσώπων, δυνατότητας διατραπεζικού ελέγχου για την αποφυγή εισροής χρημάτων από παράνομες δραστηριότητες κλπ. Τέλος, σημαντική πρόκληση για την ανάπτυξη του διασυνοριακού εμπορίου και την συνδρομή στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση από οικονομικής άποψης αποτελεί και η δυνατότητα σύνδεσης των διάφορων εμπορικών μητρώων των χωρών. Κάτι τέτοιο θα συνδράμει στην δυνατότητα ηλεκτρονικής ίδρυσης υποκαταστημάτων σε διαφορετική χώρα από αυτήν της καταστατικής έδρας αλλά και στην διευκόλυνση του διασυνοριακού ελέγχου (π.χ. για αποκλεισμένα διευθυντικά στελέχη). Στην πορεία αυτή δεν πρέπει να παραλειφθεί η εξέλιξη στον τραπεζικό κλάδο με την ραγδαία ψηφιακή μετάβαση που συντελείται (βλ. Ηλεκτρονικές πληρωμές, ηλεκτρονική έκδοση δανείων κλπ.).
Εν κατακλείδει, τα οφέλη μιας τέτοιας «ψηφιοποίησης» του ευρωπαϊκού εταιρικού δικαίου συνοψίζονται στην μελέτη “Everis” με λεπτομερή τρόπο. Συγκρίνοντας μία «ψηφιακή» χώρα, όπως η Εσθονία με κάποια άλλη που υστερεί σε αυτή την πρόοδο, η μελέτη κατέληξε στα εξής: εξοικονόμηση χρόνου, απλοποίηση διαδικασιών, μείωση γραφειοκρατικού κόστους, σαφής μείωση των λεγόμενων «επιχειρηματικών εξόδων» στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα απαραίτητα επαγγελματικά ταξίδια, έξοδα διαμονής κλπ ενώ δεν θα πρέπει να υποτιμηθεί το θετικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα που αφήνουν τέτοιες ρυθμίσεις.
Κατόπιν τούτων, ο ρόλος του νομοθέτη κρίνεται άλλη μία φορά επιτακτικός. Οι νομοθετικές πρωτοβουλίες και η υιοθέτηση αυτών στα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν την διττή πρόκληση των ρυθμίσεων. Αφενός την ψηφιακή μετάβαση των επιχειρήσεων και αφετέρου τον δύσκολο αλλά δυνατό έλεγχο διαφάνειας και νομιμότητας των διαδικασιών.
Οι νομοθετικές πρωτοβουλίες και η υιοθέτηση αυτών στα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν την διττή πρόκληση των ρυθμίσεων. Αφενός την ψηφιακή μετάβαση των επιχειρήσεων και αφετέρου τον δύσκολο αλλά δυνατό έλεγχο διαφάνειας και νομιμότητας των διαδικασιών.
Source/ Author:Δημήτρης Γερασιμίδης