Crowdfunding : Η εναλλακτική μορφή χρηματοδότησης και ο Κανονισμός 2020/1503
Η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση, η έλλειψη ρευστότητας των τραπεζών και η περιορισμένη ικανότητα εξεύρεσης χρηματοδότησης των επιχειρήσεων από την διατραπεζική αγορά, είναι μερικοί από τους λόγους που οδήγησαν στην αναζήτηση εναλλακτικών μορφών χρηματοδότησης. Το crowdfunding ή αλλιώς συμμετοχική χρηματοδότηση είναι ένας σύγχρονος τρόπος χρηματοδότησης, ο οποίος στηρίζεται στις τεχνολογίες της πληροφορικής και του διαδικτύου και προάγει, μεταξύ άλλων, την επιχειρηματικότητα και την καινοτομία. Στο πλαίσιο του Crowdfunding χρηματοδοτούνται έργα ή προσπάθειες ανθρώπων, οργανισμών ή επιχειρήσεων από μεγάλο αριθμό ενδιαφερομένων, μέσω μιας ψηφιακής πλατφόρμας και διακρίνονται συνήθως τρεις κατηγορίες συντελεστών. Η πρώτη κατηγορία αφορά στα πρόσωπα που προτείνουν μια ιδέα ή ένα έργο με σκοπό να χρηματοδοτηθεί από το πλήθος, η δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνει τα πρόσωπα που αποφασίζουν να χρηματοδοτήσουν το έργο ή την ιδέα και η τρίτη κατηγορία αφορά σε έναν πάροχο υπηρεσιών συμμετοχικής χρηματοδότησης, ο οποίος αναλαμβάνει να φέρει σε επαφή τα πρόσωπα της πρώτης κατηγορίας με τα πρόσωπα της δεύτερης. Τα είδη του Crowdfunding μπορεί να διαφέρουν ανάλογα με τον σκοπό, που ικανοποιείται κάθε φορά και για τον λόγο αυτό μπορούμε να το συναντήσουμε με τις μορφές των ‘‘donation based crowdfunding, ‘‘rewards based crowdfunding’’, ‘‘lending based crowdfunding’’και ‘‘equity based crowdfunding’’.
Τι ακριβώς όμως συμβαίνει σε κάθε μορφή Crowdfunding; Ποιός σκοπός ικανοποιείται στην εκάστοτε περίπτωση; Το‘‘donationbasedcrowdfunding*’’ καλύπτει εκείνες τις περιπτώσεις, που μεγάλος αριθμός ατόμων συγκεντρώνει χρήματα μέσω ιστοσελίδων για κοινωφελείς σκοπούς, χωρίς να λαμβάνει κάποιο αντάλλαγμα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα τέτοιων ιστοσελίδων, που βασίζονται σε δωρεές, είναι, μεταξύ άλλων, οι GoFundMe και GlobalGiving στις οποίες οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να προσφέρουν χρήματα για να ικανοποιήσουν έναν προσωπικό σκοπό ανθρώπου ή προσπάθειες φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Παρόμοιας μορφής συμμετοχικής χρηματοδότησης είναι το *‘‘rewardsbasedcrowdfunding’’* με τη διαφοροποίηση ότι οι χρήστες λαμβάνουν κάποιο αντάλλαγμα μη οικονομικό, ανάλογα με το μέγεθος της συνεισφοράς τους. Ανάμεσα στις πλατφόρμες που φιλοξενούν αυτή τη μορφή Crowdfunding, διακρίνουμε τις Kickstarter και Indiegogo, στις οποίες προβλέπονται διαφόρων ειδών συμβολικές ανταμοιβές όπως συλλεκτικά δώρα, ευχαριστήριες επιστολές, η πρόσκληση του χρήστη - υποστηρικτή ως επίτιμου καλεσμένου σε διάφορες εκδηλώσεις καθώς και η εμφάνιση του ονόματος του προσώπου, με την μεγαλύτερη συνεισφορά, πάνω στο έργο που χρηματοδοτήθηκε. Διαφορετικές είναι οι περιπτώσεις των ‘‘lending based crowdfunding’’ και ‘‘equity based crowdfunding’’, οι οποίες εντάσσονται στο πλαίσιο της συμμετοχικής χρηματοδότησης, που πραγματοποιείται για επενδυτικούς σκοπούς. Ειδικότερα, όσον αφορά στην περίπτωση του *‘‘lendingbasedcrowdfunding’’*, οι ενδιαφερόμενοι προσφέρουν, μέσω κάποιας πλατφόρμας, οικονομική στήριξη υπό τη μορφή δανείου κυρίως σε νεοφυείς και μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Σε αυτό το σημείο, είναι φανερό ότι ο τραπεζικός δανεισμός και εν γένει ο διαμεσολαβητικός ρόλος των τραπεζών ανάμεσα σε αποταμιευτές - καταθέτες και δανειζόμενους – επενδυτές παρακάμπτεται, καθόσον οι πάροχοι υπηρεσιών συμμετοχικής χρηματοδότησης είναι τελικά εκείνοι που αναλαμβάνουν τον ρόλο του διαμεσολαβητή, με σκοπό τη σύζευξη ή τη διευκόλυνση σύζευξης δυνητικών δανειστών με επιχειρήσεις, που αναζητούν χρηματοδότηση. Στο ίδιο πλαίσιο κινείται και η περίπτωση του *‘‘equitybasedcrowdfunding**’’ κατά την οποία οι επενδυτές, εφόσον προσφέρουν το αντίστοιχο χρηματικό ποσό, αποκτούν συμμετοχή στο κεφάλαιο μιας εταιρείας. Με αυτόν τον τρόπο οι μικροεπενδυτές γίνονται εν μέρει ιδιοκτήτες και μοιράζονται το ρίσκο και τα κέρδη με τους βασικούς μετόχους, σύμφωνα με το ποσοστό της συμμετοχής τους.
Ως προς το νομικό πλαίσιο που διέπει το Crowdfunding, τα κράτη έχουν θεσπίσει διαφορετικούς κανόνες σε εθνικό επίπεδο, οι οποίοι ανταποκρίνονται στις ανάγκες των τοπικών αγορών και επενδυτών, με αποτέλεσμα να θίγεται άμεσα η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς κατά τη διάρκεια παροχής υπηρεσιών συμμετοχικής χρηματοδότησης. Ειδικότερα, υφίστανται δυσκολίες ως προς τον προσδιορισμό των κανόνων, που εφαρμόζονται στις διασυνοριακές υπηρεσίες συμμετοχικής χρηματοδότησης και ιδιαίτερα ως προς τους όρους λειτουργίας της εκάστοτε πλατφόρμας, το πεδίο των επιτρεπόμενων δραστηριοτήτων και τις απαιτήσεις αδειοδότησης. Αυτή η πραγματικότητα οδηγεί στην ανάγκη ύπαρξης ενιαίων κανόνων, οι οποίοι θα εξασφαλίζουν την προστασία των επενδυτών και εν γένει την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Για τον λόγο αυτό, πρόσφατα εκδόθηκε ο Κανονισμός 2020/1503 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τους Ευρωπαίους παρόχους υπηρεσιών συμμετοχικής χρηματοδότησης για επιχειρήσεις, που θεσπίζει ενιαίες απαιτήσεις για την οργάνωση, την αδειοδότηση ,την εποπτεία των παρόχων τέτοιων υπηρεσιών και την λειτουργία της αντίστοιχης πλατφόρμας. Σκοπός του Κανονισμού είναι η προώθηση των διασυνοριακών υπηρεσιών συμμετοχικής χρηματοδότησης και η διευκόλυνση άσκησης του δικαιώματος της ελεύθερης παροχής και λήψης των υπηρεσιών αυτών στην εσωτερική αγορά. Εντούτοις, ο Κανονισμός 2020/1503 περιέχει ρυθμίσεις που αφορούν μόνο σε δύο είδη συμμετοχικής χρηματοδότησης και ειδικότερα στα είδη ‘‘lending based crowdfunding’’ και ‘‘equity based crowdfunding’’ ενώ παράλληλα δεν εφαρμόζεται για εκείνες τις περιπτώσεις προσφορών συμμετοχικής χρηματοδότησης στις οποίες η ανταλλακτική αξία υπερβαίνει τα 5.000.000 ευρώ για περίοδο 12 μηνών.
Σύμφωνα με τον Κανονισμό 2020/1503 οι υπηρεσίες συμμετοχικής χρηματοδότησης παρέχονται μόνο από νομικά πρόσωπα, που έχουν λάβει σχετική άδεια λειτουργίας κατά το άρθρο 12 του Κανονισμού. Στο άρθρο 12 του Κανονισμού ορίζονται τόσο οι προϋποθέσεις όσο και τα στοιχεία, που θα πρέπει να εμπεριέχονται στην αίτηση, την οποία υποβάλλει στην αρμόδια αρχή το νομικό πρόσωπο που προτίθεται να παρέχει τις συγκεκριμένες υπηρεσίες. Ειδικότερα, κατά τη διαδικασία αδειοδότησης παρέχεται στην αρμόδια αρχή η δυνατότητα αφενός μεν να ενημερωθεί για τις υπηρεσίες και τις πλατφόρμες, που προτίθενται να προσφέρουν οι δυνητικοί πάροχοι των υπηρεσιών συμμετοχικής χρηματοδότησης, αφετέρου δε να αξιολογήσει την ποιότητα της διοίκησης, την εσωτερική οργάνωση και τις διαδικασίες που έχουν καθιερώσει οι εν λόγω δυνητικοί πάροχοι προκειμένου να τηρήσουν τον Κανονισμό. Σε κάθε περίπτωση η άδεια παροχής υπηρεσιών συμμετοχικής χρηματοδότησης δεν ισοδυναμεί με άδεια παροχής υπηρεσιών πληρωμών. Ως εκ τούτου, σε περίπτωση που ο εν λόγω πάροχος επιθυμεί να παρέχει και υπηρεσίες πληρωμών θα πρέπει να έχει αποκτήσει πέραν την άδειας παρόχου συμμετοχικής χρηματοδότησης και άδεια παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, με τον τρόπο που ορίζεται στην οδηγία 2015/2366 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου σχετικά με τις υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά. Σε αντίθετη περίπτωση, θα πρέπει να ενημερώσει την αρμόδια αρχή σχετικά με την ανάθεση των υπηρεσιών πληρωμών σε αδειοδοτημένο τρίτο πρόσωπο. Επίσης, στο πλαίσιο της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, οι πάροχοι υπηρεσιών συμμετοχικής χρηματοδότησης, οι οποίοι έχουν αδειοδοτηθεί σύμφωνα με τον Κανονισμό, δύνανται να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους εντός της ΕΕ με ή χωρίς εγκατάσταση στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από το κράτος μέλος, στο οποίο έχουν αδειοδοτηθεί. Για λόγους διαφάνειας, η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ESMA), σύμφωνα με το άρθρο 14 του Κανονισμού, είναι υπεύθυνη να καταρτίζει και να δημοσιεύει μητρώο με όλους τους παρόχους των υπηρεσιών συμμετοχικής χρηματοδότησης, που απέκτησαν άδεια σύμφωνα με όσα ορίζονται στον Κανονισμό.
Όσον αφορά στo ζήτημα της προστασίας των επενδυτών, ο Κανονισμός διακρίνει μεταξύ ειδικευμένων και μη ειδικευμένων επενδυτών, ανάλογα με την εμπειρία και τις γνώσεις τους σε θέματα συμμετοχικής χρηματοδότησης. Στην περίπτωση των μη ειδικευμένων επενδυτών, οι πάροχοι των υπηρεσιών υποχρεούνται αφενός μεν να αξιολογούν κατά πόσο οι εν λόγω επενδυτές κατανοούν τους κινδύνους που σχετίζονται με τις επενδύσεις που προτίθενται να πραγματοποιήσουν αφετέρου δε να τους προειδοποιούν αναλόγως, ζητώντας τους μάλιστα να αποδεχθούν ρητώς ότι έχουν κατανοήσει το περιεχόμενο των προειδοποιήσεων. Για την περαιτέρω προστασία των μη ειδικευμένων επενδυτών θα οριστεί από κάθε κράτος μέλος το μέγιστο ποσό που οι τελευταίοι θα μπορούν να επενδύουν σε ένα μεμονωμένο έργο ή ιδέα ενώ παράλληλα προβλέπεται και περίοδος περίσκεψης κατά τη διάρκεια της οποίας ένας μη ειδικευμένος επενδυτής μπορεί να ανακαλέσει κάποια προσφορά άνευ αιτιολογίας και κυρώσεων. Η περίοδος περίσκεψης σύμφωνα με το άρθρο 22 παρ. 3 του Κανονισμού αρχίζει από τη στιγμή της προσφοράς για επένδυση ή της εκδήλωσης του ενδιαφέροντος από τον μη ειδικευμένο επενδυτή και λήγει μετά από τέσσερις ημερολογιακές ημέρες.
Προσέτι, ανεξαρτήτως διάκρισης των επενδυτών σε ειδικευμένους και μη, το άρθρο 23 του Κανονισμού θεσπίζει την υποχρέωση παροχής δελτίου βασικών πληροφοριών, το οποίο θα καταρτίζεται από τους κυρίους των έργων και θα προσφέρεται από τους παρόχους υπηρεσιών συμμετοχικής χρηματοδότησης σε όλους δυνητικούς επενδυτές. Το εν λόγω δελτίο θα πρέπει να περιέχει, μεταξύ άλλων, πληροφορίες που αφορούν στους κυρίους των έργων, τα δικαιώματα των επενδυτών, τους κινδύνους, τα είδη των κινητών αξιών και τα δάνεια που αποτελούν αντικείμενο της προσφοράς. Οι πάροχοι των υπηρεσιών της συμμετοχικής χρηματοδότησης θα πρέπει να απαιτούν από τους κυρίους των έργων να τους ενημερώνουν για κάθε αλλαγή σχετικά με τις πληροφορίες που εμπεριέχει το πληροφοριακό δελτίο προκειμένου να το διατηρήσουν επικαιροποιημένο, σαφές και μη παραπλανητικό καθ’ όλη τη διάρκεια την προσφοράς της συμμετοχικής χρηματοδότησης.
Κατόπιν όλων των ανωτέρω, αξίζει να σημειωθεί ότι ο κανονισμός αναγνωρίζει ένα μεταβατικό στάδιο προσαρμογής στους νέους κανόνες και επιτρέπει στα νομικά πρόσωπα, που υπόκεινται σε αυτόν και έχουν ήδη αδειοδοτηθεί βάσει της εθνικής νομοθεσίας να παρέχουν υπηρεσίες συμμετοχικής χρηματοδότησης, να συνεχίσουν να τις παρέχουν σύμφωνα με τις διατάξεις της ισχύουσας εθνικής νομοθεσίας έως τις 10 Νοεμβρίου του 2022. Σε κάθε περίπτωση οι πάροχοι των υπηρεσιών συμμετοχικής χρηματοδότησης θα πρέπει να έχουν αδειοδοτηθεί σύμφωνα με τον Κανονισμό έως τις 10 Νοεμβρίου 2022, καθόσον μετά από αυτό το χρονικό σημείο δεν θα μπορούν να παρέχουν τις εν λόγω υπηρεσίες.
Εν κατακλείδι, το Crowdfunding αποτελεί την πιο σύγχρονη μέθοδο εναλλακτικής χρηματοδότησης, καθόσον δίνει την δυνατότητα ιδιαίτερα σε νεοφυείς και μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που αντιμετωπίζουν ζητήματα τραπεζικού δανεισμού, να έχουν πρόσβαση σε χρηματικούς πόρους. Ο κανονισμός θα άρει φραγμούς στην διασυνοριακή παροχή των υπηρεσιών συμμετοχικής χρηματοδότησης, θα ενισχύσει την προστασία των επενδυτών και θα αυξήσει την ασφάλεια δικαίου.
Το crowdfunding ή αλλιώς συμμετοχική χρηματοδότηση είναι ένας σύγχρονος τρόπος χρηματοδότησης, ο οποίος στηρίζεται στις τεχνολογίες της πληροφορικής και του διαδικτύου και προάγει, μεταξύ άλλων, την επιχειρηματικότητα και την καινοτομία.
Source/ Author:Βασιλειάννα Καρακατσάνη