Ηλεκτρονικό «ψάρεμα» (“phising”) και αποζημίωση του καταναλωτή
Της Βασιλικής Βλάχου *
Τον τελευταίο καιρό παρατηρείται ραγδαία αύξηση του φαινομένου του ηλεκτρονικού «ψαρέματος» («phishing»), ήτοι μια πρακτική ηλεκτρονικής εξαπάτησης μέσω της υπεξαίρεσης των μυστικών κωδικών («ΡΙΝ», «ΤΑΝ») των καταναλωτών για διαδικτυακές συναλλαγές και μεταφορές χρημάτων.
Το «phising» πραγματοποιείται συνήθως με την αποστολή μαζικών spam emails, τα οποία υποτίθεται ότι αποστέλλονται από κάποια εταιρεία, όπως τράπεζα, ηλεκτρονικό κατάστημα ή υπηρεσία ηλεκτρονικών πληρωμών. Ειδικότερα, υπό οποιοδήποτε πρόσχημα (βλάβη συστημάτων πληροφορικής, έλεγχος αρχείων, νέα νομοθεσία κ.λπ.), μια δήθεν τράπεζα ή συναφής οργανισμός, ισχυρίζεται ότι θέλει να επαληθεύσει ορισμένες πληροφορίες. Ο καταναλωτής καλείται να συνδεθεί στον ιστότοπο της τράπεζας, πατώντας στον σύνδεσμο που του παρέχεται. Αν το κάνει, μεταφέρεται στην πραγματικότητα σε ένα τέλειο σχεδόν αντίγραφο του ιστοτόπου της τράπεζάς του («ιστότοπος-καθρέφτης»), στον οποίο καλείται να διαβιβάσει μια σειρά δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα: αριθμό πιστωτικής κάρτας, αριθμό λογαριασμού, μυστικό κωδικό τραπεζικών καρτών, μυστικό κωδικό ηλεκτρονικών τραπεζικών συναλλαγών.
Ενόψει λοιπόν, της έκτασης που έχει λάβει το φαινόμενο του phising και της ανάγκης προστασίας του καταναλωτικού κοινού, κρίθηκε απαραίτητη η εισαγωγή σχετικής νομοθετικής ρύθμισης, σύμφωνα με την οποία περιορίζεται η ευθύνη του πληρωτή για τις μη εγκεκριμένες πράξεις πληρωμής μέχρι του ποσού των χιλίων ευρώ (1.000€), υπό προϋποθέσεις.
Πιο συγκεκριμένα, στο άρθρο 22 του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων «Ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2020/1828 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2020 «σχετικά με τις αντιπροσωπευτικές αγωγές για την προστασία των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών και για την κατάργηση της οδηγίας 2009/22/ΕΚ», ενίσχυση της προστασίας των καταναλωτών, ρυθμιστικό πλαίσιο για την παλαίωση οίνων και άλλες επείγουσες διατάξεις για την ενίσχυση της ανάπτυξης», κατόπιν ολοκλήρωσης της δημόσιας διαβούλευσης, προβλέπει την τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 74 του ν. 4537/2018 (Α’ 84) περί ευθύνης του πληρωτή και τροποποιείται ως προς την υπαιτιότητα του πληρωτή με την προσθήκη τελευταίου εδαφίου στην παρ. 1 του άρθρου 74 του νόμου ως άνω, και η παρ.1 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 73, ο πληρωτής ευθύνεται μέχρι του ανώτατου ποσού των πενήντα (50) ευρώ για τις ζημίες από τη διενέργεια μη εγκεκριμένων πράξεων πληρωμής, οι οποίες προκύπτουν είτε από τη χρήση απολεσθέντος ή κλαπέντος μέσου πληρωμών είτε από υπεξαίρεσή του. Η εν λόγω υποχρέωση δεν ισχύει, εφόσον:
α) η απώλεια, κλοπή ή υπεξαίρεση του μέσου πληρωμών δεν ήταν δυνατό να εντοπιστεί από τον πληρωτή πριν από τη διενέργεια πράξης πληρωμής, εκτός αν ο πληρωτής είχε ενεργήσει με δόλο ή β) η ζημία είχε προκληθεί από πράξεις ή παραλείψεις υπαλλήλου, αντιπροσώπου ή υποκαταστήματος ενός παρόχου υπηρεσιών πληρωμών ή οντότητας στην οποία ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών είχε αναθέσει τις δραστηριότητές του.
Ο πληρωτής ευθύνεται για όλες τις ζημίες που σχετίζονται με κάθε μη εγκεκριμένη πράξη πληρωμής, που προξένησε από δόλο, καθώς για τη με δόλο αθέτηση των υποχρεώσεών του, σύμφωνα με το άρθρο 69. Στις περιπτώσεις αυτές, δεν ισχύει το ανώτατο ποσό που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου. Αν ο πληρωτής είναι καταναλωτής και εφόσον οι ζημιές οφείλονται σε βαριά αμέλεια, ευθύνεται μέχρι του ανώτατου ποσού των χιλίων (1.000) ευρώ, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως τη φύση των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας και τις ειδικότερες περιστάσεις υπό τις οποίες το μέσο πληρωμής απωλέσθη, εκλάπη ή υπεξαιρέθηκε.»
Με βάση την ως άνω προτεινόμενη διάταξη, αναφορικά με τις διαδικτυακές απάτες που πραγματοποιούνται με την ως άνω μέθοδο, ο πληρωτής (ο καταναλωτής-κάτοχος της κάρτας-e banking) δύναται να λάβει αποζημίωση από την τράπεζα του, ακόμα και αν πρόκειται για περίπτωση βαριάς αμέλειας του, για μη εγκεκριμένες πράξεις πληρωμών που έγιναν, κατόπιν υπεξαίρεσης των κωδικών του, για ποσά άνω των 1.000 ευρώ, παραδείγματος χάριν για ένα έμβασμα, μια μεταφορά χρηματική πάνω από 1.000 ευρώ που πραγματοποιήθηκε με την ως άνω μέθοδο εξαπάτησης, την διαφορά της ζημίας του καταναλωτή την καλύπτει η τράπεζα. Για ποσά μέχρι 1000 ευρώ την ευθύνη φέρει ακέραια ο κάτοχος της κάρτας.
Σύμφωνα, άλλωστε, με την σχετική ανάλυση συνεπειών ρύθμισης του εν λόγω νομοσχεδίου κρίθηκε αναγκαία η εισαγωγή μιας τέτοιας διάταξης, αφού ελήφθη υπόψιν η εμπειρία άλλων κρατών που έχουν προβλέψει νομοθετικό ποσοτικό περιορισμό της ευθύνης του καταναλωτή σε περίπτωση βαριάς αμέλειας (Σουηδία, Δανία και Νορβηγία) και ενόψει της έκτασης που έχει λάβει η εν λόγω μέθοδος εξαπάτησης των καταναλωτών-πληρωτών στις διαδικτυακές τραπεζικές συναλλαγές τους. Επισημαίνεται ότι η εν λόγω διάταξη δεν έχει ακόμα ψηφιστεί, είναι σε στάδιο νομοσχεδίου, εφόσον ψηφιστεί αναμένεται να φέρει ανακούφιση σε μεγάλο μέρος του καταναλωτικού κοινού.
Η Βασιλική Δ. Βλάχου είναι Δικηγόρος παρ΄ Εφέταις και κάτοχος LL.M. Αστικού δικαίου.
Source/ Author:ethemis.gr