Δημόσιες συμβάσεις προμηθειών και παροχής υπηρεσιών: Η απόρριψη της τεχνικής προσφοράς υποψηφίου ως απαράδεκτης, λόγω μη συμμόρφωσης προς ουσιώδεις τεχνικές προδιαγραφές και απαιτήσεις της Διακήρυξης
Στην παρούσα μελέτη εξετάζεται το ζήτημα της απόρριψης της τεχνικής προσφοράς υποψηφίου ως απαράδεκτης, λόγω μη συμμόρφωσής της προς ουσιώδεις τεχνικές προδιαγραφές και απαιτήσεις της Διακήρυξης διαγωνισμού για την ανάθεση δημόσιας σύμβασης προμηθειών ή παροχής γενικών υπηρεσιών. Ειδικότερα:
Σύμφωνα με το άρθρο 94 παρ. 4 του ν. 4412/2016, «Στις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων προμηθειών και γενικών υπηρεσιών ο φάκελος της τεχνικής προσφοράς περιέχει ιδίως τα έγγραφα και τα δικαιολογητικά που τεκμηριώνουν την τεχνική επάρκεια, χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση των προσφορών και περιγράφονται στα έγγραφα της σύμβασης».
Κατά το άρθρο 91 παρ. 1 του ίδιου νόμου, «Η αναθέτουσα αρχή με βάση τα αποτελέσματα του ελέγχου και της αξιολόγησης των προσφορών, απορρίπτει, σε κάθε περίπτωση, προσφορά: α) Η οποία αποκλίνει από τα άρθρα 92 έως 100, και 102 έως 104 ή υποβλήθηκε κατά παράβαση των απαράβατων όρων περί σύνταξης και υποβολής της προσφοράς, όπως οι όροι αυτοί ορίζονται στα έγγραφα της σύμβασης. β) Η οποία περιέχει ατέλειες, ελλείψεις, ασάφειες ή σφάλματα, εφόσον αυτά δεν επιδέχονται συμπλήρωση ή διόρθωση ή, εφόσον επιδέχονται συμπλήρωση ή διόρθωση, δεν έχουν αποκατασταθεί κατά την αποσαφήνιση και τη συμπλήρωση της, σύμφωνα με το άρθρο 102. γ) Για την οποία ο προσφέρων δεν έχει παράσχει τις απαιτούμενες εξηγήσεις, εντός της προκαθορισμένης προθεσμίας ή η εξήγηση δεν είναι αποδεκτή από την αναθέτουσα αρχή, σύμφωνα με το άρθρο 102».
Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 53 παρ. 2 του ίδιου νόμου, «Τα έγγραφα της σύμβασης … περιέχουν ιδίως: … ιζ) τους απαράβατους όρους, απόκλιση από τους οποίους συνεπάγεται απόρριψη της προσφοράς».
Περαιτέρω, σύμφωνα με πάγια νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων, η Διακήρυξη αποτελεί κανονιστική πράξη, η οποία διέπει το διαγωνισμό και δεσμεύει, τόσο την αναθέτουσα αρχή, η οποία διενεργεί αυτόν (βλ. ΣτΕ 3703/2010, 53/2011, ΕΣ VI Τμήμα 31/2003, 19/2005, 78/2007, 3208, 4919/2013, 2884/2014 κ.ά.), όσο και τους διαγωνιζόμενους. Η δε παράβαση ουσιωδών διατάξεων της Διακήρυξης οδηγεί σε ακυρότητα των αποφάσεων της αναθέτουσας αρχής, με τις οποίες εγκρίνονται οι επιμέρους φάσεις της διαδικασίας, καθώς και το αποτέλεσμα του διαγωνισμού (βλ. ΣτΕ Ολομ. 2137/1993, ΣτΕ 2772/1986, 3670/1992 κ.ά.). Αντιστοίχως, η παράβαση τέτοιων διατάξεων της Διακήρυξης από τους διαγωνιζόμενους, καθιστά απαράδεκτες τις υποβληθείσες προσφορές τους (βλ. ομοίως, ΑΕΠΠ 217/2017, 279, 362, 730, 885, 944, 1034, 1049/2018, 450, 1157, 1384/2019, 90, 148, 587, 1031, 1229, 1355, 1383/2020, 168, 370, 472, 476, 836, 919, 954, 1366, 1466, 1716/2021, 265/2022 κ.ά.).
Κατά συνέπεια, οι όροι που τίθενται επί ποινή αποκλεισμού από τη Διακήρυξη, αποτελούν δέσμια αρμοδιότητα της Επιτροπής Διαγωνισμού να αποκλείσει την παρουσιάζουσα έλλειψη/απόκλιση προσφορά (βλ. ΣτΕ 743/2000), σύμφωνα με την αρχή της ισότιμης μεταχείρισης των διαγωνιζομένων και της διαφάνειας της διαδικασίας, που επιβάλλει την εφαρμογή τους κατά τρόπο ενιαίο για όλους τους προσφέροντες κατά την υποβολή, αλλά και αξιολόγηση των προσφορών (βλ. ΔΕΕ-87/94, απόφαση της 25-4-1996, Επιτροπή κατά Βελγίου, σκέψη 54, ΔΕΕ C-19/00, απόφαση της 18-10-2001, Siac Construcrtion Ltd, σκέψεις 34 και 44 κ.ά. Βλ. ομοίως, ΑΕΠΠ 279, 944, 1049/2018, 116, 1384/2019, 587, 1229, 1383/2020, 370, 836, 919, 1716/2021, 265/2022 κ.ά.). Επομένως, και σύμφωνα και με την αρχή της τυπικότητας που διέπει τις διαγωνιστικές διαδικασίες, δεν μπορούν να τεθούν εκποδών διατάξεις της Διακήρυξης που θεσπίσθηκαν επί ποινή αποκλεισμού (βλ. ΔΕΕ C-496/99 P, απόφαση της 29-4-2004, Επιτροπή κατά CAS Succhi di Frutta, Συλλογή 2004, σ. I 3801, σκέψη 115. Βλ. ομοίως, ΑΕΠΠ 730, 885, 1049/2018, 148, 587, 1383/2020, 370, 476, 836, 954, 1366, 1466, 1716/2021, 265/2022 κ.ά.).
Επίσης, σύμφωνα με πάγια νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων, η διαδικασία των διαγωνισμών είναι αυστηρώς τυπική (αρχή της τυπικότητας), υπό την έννοια ότι οι προσφορές των διαγωνιζομένων πρέπει να τηρούν απολύτως τους υποχρεωτικούς και δεσμευτικούς όρους της διακήρυξης και να βρίσκονται σε συμφωνία με το κανονιστικό περιεχόμενο αυτών, όπερ συνεπάγεται, ότι κάθε παράβαση των σχετικών όρων της διακήρυξης έχει σαν επακόλουθο το απαράδεκτο της υπόψη προσφοράς ή/και την ακυρότητα των πράξεων της αναθέτουσας αρχής που δεν συνάδουν προς τις παραπάνω επιταγές/αρχές. Οι προσφορές πρέπει να είναι σύμφωνες με το περιεχόμενο του συνόλου των όρων της διακήρυξης και δη ενόψει της αυστηρής τυπικής διαδικασίας των διαγωνισμών, προσφορές που δεν είναι σύμφωνες με ουσιώδεις όρους της διακήρυξης αποκλείονται από το διαγωνισμό. Ειδικότερα, η παράβαση των διατάξεων της διακήρυξης συνιστά παράβαση νόμου και οδηγεί σε ακυρότητα των εγκριτικών πράξεων του αποτελέσματος του διαγωνισμού και των κατακυρωτικών αυτού πράξεων (βλ. ΣτΕ Ολομ. 668/1974, 2137/1993, ΣτΕ 132/1949, 1630/1950, 414/1955, 2518/1964, 1828/1967, 1327/1978, 2772/1986, 1803/1987, 3642/1989, 2162/1990, 4343/2005, 2889/2011, ΕΑ ΣτΕ 597/2007, 111/2006, 597/2007, 228/2013 κ.ά. Βλ. ομοίως, ΑΕΠΠ 102, 362, 944, 1049/2018, 1384/2019 148, 587, 1383/2020, 168, 370, 836, 954, 1366, 1716/2021, 265/2022 κ.ά.).
Επιπλέον, κατά γενική αρχή του δικαίου που διέπει τους δημόσιους διαγωνισμούς, αποκλεισμός τεχνικής προσφοράς προβλέπεται μόνο στην περίπτωση απόκλισης από τους απαράβατους όρους της Διακήρυξης, ως τέτοιοι δε, θεωρούνται στο σύνολό τους οι τεχνικές προδιαγραφές (βλ. ΣτΕ 1968/2013, 82/2014, ΕΑ ΣτΕ 1740/2004, 94, 316, 563/2006, 409/2009, ΔΕΑθ. 350/2013, 545/2014, 446/2015 κ.ά. Βλ. ομοίως, ΑΕΠΠ 730/2018, 116, 1157/2019, 148/2020, 168, 370, 476, 1466/2021 κ.ά.). Επίσης, όπου η πλήρωση των όρων της Διακήρυξης επισημαίνεται ως απαίτηση, καθίσταται σαφές ότι οι σχετικές τεχνικές προδιαγραφές συνιστούν απαράβατους όρους της (βλ. ΔΕΕ C-561/12, απόφαση της 5-12-2013, Nordecon AS, Ramboll Eesti AS κατά Rahandusministeerium. Βλ. ομοίως, ΑΕΠΠ 116/2019, 265/2022 κ.ά.).
Τέλος, σύμφωνα με πάγια νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων, οι τιθέμενες στη Διακήρυξη τεχνικές προδιαγραφές, οι οποίες δεν προσβάλλονται ακυρωτικά επικαίρως, καθίστανται πλέον απρόσβλητες και συνιστούν ουσιώδεις και απαράβατους όρους της Διακήρυξης και μάλιστα επί ποινή αποκλεισμού, καθιστώντας αποκλειστέα κάθε αποκλίνουσα προσφορά (βλ. ΕΑ ΣτΕ 409/2009, ΔΕΑθ. 24, 350/2013, 545, 1083/2014, 446/2015 κ.ά. Βλ. ομοίως, ΑΕΠΠ 116/2019).
Κατά συνέπεια, η τεχνική προσφορά υποψηφίου, η οποία αποκλίνει από απαράβατους όρους της Διακήρυξης διαγωνισμού για την ανάθεση δημόσιας σύμβασης προμηθειών ή παροχής γενικών υπηρεσιών και δεν συμμορφώνεται προς ουσιώδεις απαιτήσεις και τεχνικές προδιαγραφές της Διακήρυξης, θα πρέπει να απορρίπτεται ως απαράδεκτη από την αναθέτουσα αρχή. Πράγματι, οι ουσιώδεις τεχνικές προδιαγραφές, οι οποίες τίθενται από την αναθέτουσα αρχή και για τις οποίες η Διακήρυξη προβλέπει ρητά, πως σε περίπτωση που αυτές δεν καλύπτονται, η προσφορά θα απορρίπτεται ως απαράδεκτη, δεσμεύουν και την αναθέτουσα αρχή, η οποία, κατά δέσμια αρμοδιότητα, οφείλει να απορρίψει ως απαράδεκτη την ως άνω τεχνική προσφορά και να αποκλείσει τον υποψήφιο από τη συνέχεια του διαγωνισμού.
Τέλος, η αναθέτουσα αρχή, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να κρίνει εκ των υστέρων, δηλαδή κατά το στάδιο της διενέργειας του διαγωνισμού, ότι μία ουσιώδης τεχνική προδιαγραφή της Διακήρυξης, η οποία προβλέπεται ρητά επί ποινή αποκλεισμού, τελικώς δεν θεωρείται ως ουσιαστική. Μια τέτοια κρίση της αναθέτουσας αρχής παραβιάζει τόσο την ίδια τη Διακήρυξη, η οποία, όπως προαναφέρθηκε, έχει κανονιστικό και δεσμευτικό χαρακτήρα και έναντι της αναθέτουσας αρχής, όσο και τις γενικές αρχές που διέπουν τους δημόσιους διαγωνισμούς και ιδίως την αρχή της τυπικότητας, της διαφάνειας και της ισότιμης μεταχείρισης των διαγωνιζομένων.
Ο Δρ. Ιωάννης Γκιτσάκης είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω στη Θεσσαλονίκη και Διδάκτωρ Διοικητικού Δικαίου, με ειδίκευση στις Δημόσιες Συμβάσεις και στις Συμβάσεις Παραχώρησης και ΣΔΙΤ.
Source/ Author:ethemis.gr